Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Ο Γέροντας Νεκτάριος ο Αγιορείτης ήταν ένα θαυμαστό φαινόμενο μοναχού, που έζησε στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Σουηδία και ενώ είχε «χρυσές εύκαιρες» να ζήσει άνετα και κοσμικά, τα παράτησε όλα και πήγε στο Άγιο Όρος να μονάσει.
Ένας πραγματικά άξιος μοναχός που αγωνίστηκε για την Ορθοδοξία, που απαρνήθηκε καριέρες και κοσμικότητες και αφιερώθηκε στην υπηρεσία στον Ύψιστο. Είχαμε προσωπική γνωριμία και οι αναμνήσεις μας θα είναι πάντα δυνατές.
Ο Γέρων Νεκτάριος ο Αγιορείτης, ο φλογερός αυτός Ελληνό-Αρβανίτης κοιμήθηκε στις 10 Αυγούστου του 2017 μετά από μακρά πάλη με την ασθένεια. Τα τελευταία χρόνια είχε βγει από το κελί του στο Άγιο Όρος και περιόδευε και στο εξωτερικό κηρύττοντας τον λόγο του Χριστού μέσα από τις δικές του προσωπικές εμπειρίες και δίνοντας ελπίδα μέσα στην μεγάλη κρίση του ελληνισμού. Αλλά το μεγαλύτερο έργο του είναι η ανάδειξη της Παναγίας της Αρβανίτισσας, μια Παναγία στυλοβάτης του ελληνισμού που αναδεικνύει τους Αρβανίτες που αγωνίστηκαν και έδωσαν την ζωή τους σαν γνήσιοι Έλληνες σε όλη την ιστορία του ελληνισμού. Όσοι είχαν την ευτυχία να τον γνωρίσουν προσωπικά, (όπως ο υποφαινόμενος), δεν ξεχνούν τον αγωνιστικό του φρόνημα υπέρ του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας και η παράκληση μας να προσεύχεται υπέρ ημών.
«Ουράνιες αποφάσεις που έμελλε ν’ αρχίσουν να υλοποιούνται στις αρχές
του 11ου αιώνα και να ολοκληρώνονται κατ’ ευδοκία στις ημέρες μας.»
Γράφει ο Αγιορείτης Γέρων Νεκτάριος Μοναχός
Αυτά που εξιστορούμε εδώ, άρχισαν την εποχή του Βυζαντίου, μερικά χρόνια πριν τα μέσα του 11ου αιώνος, γύρω στα 1034 ή 1037, στο Προβάτειο όρος της νήσου Χίου. Εκεί, σε μια σπηλιά του βουνού, ασκήτευαν τρείς μοναχοί, ο Νικήτας, ο Ιωάννης και ο Ιωσήφ. Και οι τρείς Χιώτες. Οι δύο πρώτοι και κατά σάρκα αδελφοί. Μια νύχτα της χρονιάς αυτής οι μοναχοί είδαν από το ασκητήριό τους, σύμφωνα με την επιχώρια στη Χίο παράδοση, ένα φως μέσα στο παρακείμενο δάσος. Έμενε ορατό, ακίνητο στην ίδια θέση, περίπου στο κέντρο του δάσους, για αρκετές νύχτες. Σκέφθηκαν ότι ήταν θεϊκό σημάδι.
Μια ημέρα προσπάθησαν να προσεγγίσουν το μέρος που φωτιζόταν τις νύχτες, αλλά εμποδίστηκαν από την πολύ πυκνή βλάστηση. Την επόμενη ημέρα, μετά από μια ακόμη αποτυχημένη προσπάθεια, άναψαν φωτιά να καθαρίσουν την περιοχή. Όταν έσβησε και πήγαν προς το κέντρο του καμένου πλέον δάσους, αντίκρισαν μια μυρτιά (μερσινιά στο χιακό ιδίωμα), που είχε μείνει ανέπαφη από τη φωτιά και πάνω στα κλαδιά της μια εικόνα της Παναγίας. Πολύ πιθανόν να την είχε κρύψει εκεί κάποιος πιστός στους δύσκολους καιρούς της Εικονομαχίας για να την διασώσει. Οι μοναχοί την πήραν και την μετέφεραν με ύμνους στη σπηλιά τους. Η εικόνα όμως έφευγε την νύκτα μόνη της, θαυματουργικά, και επέστρεφε στη άφλεκτη μυρτιά. Αυτό οδήγησε τους τρεις πατέρες να χτίσουν μόνοι τους ένα μικρό ναό της Θεοτόκου στη θέση που βρέθηκε η εικόνα Της. Έφτιαξαν και κελιά για τους ίδιους και μετακόμισαν εκεί. Ωστόσο, η Θεοτόκος είχε άλλα σχέδια. Εμφανίστηκε και στους τρεις πατέρες σε όραμα και τους έδωσε εντολή να κτίσουν στη ίδια θέση μοναστήρι και εκκλησία και εκεί να τοποθετήσουν την εικόνα Της.
Οι πατέρες γεμάτοι δέος είπαν στην Παναγία, ότι αυτοί οι ίδιοι ζουν με μεγάλες στερήσεις και ότι θα ήταν αδύνατο να φέρουν σε πέρας ένα τόσο πολύ μεγάλο έργο, για το οποίο θα χρειάζονταν πάρα πολλά χρήματα. Τότε η Βασίλισσα των Αγγέλων τους έδωσε οδηγίες, να πάνε στη Λέσβο, όπου ζούσε εξόριστος από την Κωνσταντινούπολη ο Βυζαντινός άρχοντας Κωνσταντίνος. Να τον πληροφορήσουν, ότι η Υπεραγία Θεοτόκος του αποκαλύπτει την άνοδό του προσεχώς στο θρόνο της Βασιλεύουσας. Να ζητήσουν δε από αυτόν να φτιάξει το μοναστήρι και την εκκλησία της Παναγίας στη Χίο, όταν εκπληρωνόταν αυτή η αποκάλυψη.
Την εποχή αυτή, στην Κωνσταντινούπολη ήταν στο θρόνο ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ Δ' ο Παφλαγών (1034 – 1041). Με διαταγή του είχε εξορισθεί στη Λέσβο ο άρχοντας Κωνσταντίνος. Υπήρξαν υποψίες εναντίον του ότι είχε λάβει μέρος σε κάποια συνομωσία.
Οι άγιοι ασκητές πηγαίνουν τη Λέσβο για να συναντήσουν τον Κωνσταντίνο. Από τους τρείς πατέρες, πήγαν στη Λέσβο ο Νικήτας και ο Ιωσήφ. Ο Ιωάννης έμεινε στο ασκητήριο να το προσέχει και να προσεύχεται για την ευόδωση της αποστολής των άλλων δύο. Εκεί, στη Λέσβο, πράγματι, ήρθαν σε επαφή και γνωρίσθηκαν με τον εξόριστο άρχοντα Κωνσταντίνο και του γνωστοποίησαν την αποκάλυψη της Παναγίας. Δηλαδή, προσεχώς θα στεφθεί στην Πόλη Αυτοκράτορας.
Φυσικά, ο Κωνσταντίνος έλαβε μεγάλη χαρά από αυτή την απρόσμενη θεία αποκάλυψη. Είπε στους πατέρες πως θα τους έδινε ό,τι ήθελαν. Αυτοί οι μακάριοι του ζήτησαν μόνο αυτό που ήθελε η Παναγία. Δηλαδή, να χτίσει μοναστήρι και εκκλησία στη Χίο στο όνομά Της. Ο Κωνσταντίνος τους έδωσε ρητή υπόσχεση, ότι θα πράξει οπωσδήποτε κατά το άγιο θέλημά Της, ευθύς ως ανέλθει στο θρόνο. Τότε οι πατέρες του ζήτησαν, ως σημάδι της υπόσχεσής του, να τους δώσει το δαχτυλίδι του, πράγμα που ο Κωνσταντίνος το αποδέχθηκε και τους το παρέδωσε.
Επιστροφή των Πατέρων στη Χίο και
προσμονή υλοποίησης των θείων γεγονότων.
Οι πατέρες επέστρεψαν στην άσκησή τους, ευχαριστώντας τον Κύριο και την Θεοτόκο που αξιώθηκαν να υπηρετήσουν το θέλημα Τους. Οι τρείς αυτοί μακάριοι πατέρες έφθασαν με τους μεγάλους ασκητικούς τους κόπους σε υψηλά μέτρα αρετής. Μετά την κοίμησή τους ανακηρύχθηκαν όσιοι. Πριν περίπου εκατόν πενήντα χρόνια, στον τόπο της ασκήσεώς τους, στο Προβάτειο Όρος, πήγε και εγκαταστάθηκε ο ασκητής μοναχός Παχώμιος, ο οποίος έχτισε ναό προς τιμή των τριών αυτών οσίων, όπου συμπεριέλαβε εντός του ναού και το σπήλαιο της ασκήσεώς τους. Σήμερα ο ναός αυτός είναι σε όλη τη Χίο γνωστός με το όνομα Ιερά Μονή των Αγίων Πατέρων. Η μνήμη τους, και των τριών, εορτάζεται στις 20 Μαΐου κάθε χρόνο, που είναι η ημέρα της κοιμήσεως του οσίου Νικήτα. Αν και οι δύο άλλοι όσιοι συνασκητές του απεβίωσαν μετά τον Νικήτα, σε μεταγενέστερους χρόνους, ωστόσο και αυτοί εορτάζουν 20 Μαΐου.
Από την επίσκεψη των πατέρων στη Λέσβο πέρασαν λίγα χρόνια ακόμα και περί τα τέλη του 1041 άρχισαν συγκυριακές εξελίξεις, που ήταν ευνοϊκές για τον εξόριστο Κωνσταντίνο. Στις 10 Δεκ. 1041 πεθαίνει στην Κωνσταντινούπολη ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ Δ' ο Παφλαγών. Η χήρα του, η Βασίλισσα Ζωή η Πορφυρογέννητη, θέλησε να λάβει νέο σύζυγο, τρίτο κατά σειρά. Τελικά, το ενδιαφέρον της στράφηκε προς τον άρχοντα Κωνσταντίνο, τον οποίο ανακάλεσε από την εξορία, τον κατέστησε στο αξίωμα του Δικαστού των Ελλήνων, στη συνέχεια τον παντρεύτηκε (κατά 22 χρόνια μεγαλύτερή του) και την επομένη ημέρα, στις 11 Ιουνίου 1042 τον ανακήρυξε Βασιλέα. Στην ιστορία αναφέρεται ως Κωνσταντίνος Θ΄ ο Μονομάχος.
Όταν οι ασκητές πατέρες στη Χίο έμαθαν τα σχετικά με τον Κωνσταντίνο και την ανάρρησή του στο θρόνο, πήραν το δαχτυλίδι που τους είχε δώσει και πήγαν στη Πόλη. Ζήτησαν ακρόαση από τον Αυτοκράτορα, δείχνοντας στους αρμόδιους παλατιανούς το δαχτυλίδι του. Ο Κωνσταντίνος, μόλις είδε τους ασκητές και το δαχτυλίδι του, θυμήθηκε το τάμα που είχε κάνει και τους υποσχέθηκε να ενεργήσει άμεσα για το χτίσιμο στη Χίο μοναστηριού και ναού της Παναγίας.
Ανέγερση Ιεράς Νέας Μονής Χίου από Αρβανίτες πετράδες.
Πράγματι, μέσα στη διετία 1042/43 απέστειλε από την Κωνσταντινούπολη, κατά εκατοντάδες, κτιστάδες και πετράδες στη Χίο, μαζί με τις οικογένειές τους, καθώς και μηχανικούς και αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες, για να αναλάβουν την εκτέλεση του θεάρεστου αυτού έργου, που ήταν παραγγελία της Θεοτόκου. Η ιδιαίτερη πατρίδα, ειδικά των τεχνιτών οικοδόμων – πετράδων ήταν η ελληνική περιοχή της Αρβανιτίας, δηλαδή η σημερινή Βόρειος Ήπειρος. Δηλαδή, ήσαν Έλληνες Χριστιανοί. Από όλους αυτούς τους τεχνίτες, που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή «Κοχλίας» ή «Κοχλιάς» στη Χίο, ξεφύτρωσαν τέσσερα αρβανιτοχώρια: Οι Καρυές, ο Ανάβατος, τα Αυγώνυμα και ο Δαφνώνας, που υπάρχουν μέχρι και σήμερα.
Δώδεκα χρόνια πέρασαν, το έργο είχε προχωρήσει πολύ, ο Αυτοκράτορας έδινε τακτικά αρκετό χρυσάφι και από την Κωνσταντινούπολη έστελνε άριστα υλικά, να μη μείνει πίσω το έργο. Όμως, στο δωδέκατο χρόνο της βασιλείας του, το έτος 1055, πέθανε από φυσικά αίτια. Η Βασίλισσα σύζυγός του, η Ζωή, είχε ήδη αποβιώσει το 1050. Την ίδια ημέρα τον διαδέχθηκε στο θρόνο η αδελφή της Ζωής, η Θεοδώρα.
Ωστόσο, το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, και με κάποιες πρόσθετες χορηγίες από την νέα Βασίλισσα Θεοδώρα, η Νέα Ιερά Μονή της Χίου ήταν πλέον πραγματικότητα. Από όλες αυτές τις πολύχρονες και πολυέξοδες προσπάθειες και με τους άξιους Αρβανίτες τεχνίτες και τους ταλαντούχους καλλιτέχνες, προέκυψε και ανάλογο αποτέλεσμα: Ένα λαμπρό οικοδόμημα, το οποίο, παρ’ όλες τις φυσικές καταστροφές και τις επιδρομές βαρβάρων, στέκει εντυπωσιακό έως τις ημέρες μας. Με την φροντίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου και με την αρωγή της ελληνικής Πολιτείας έχει αρχίσει η ανακαίνισή της. Δια του λόγου το αληθές αντιγράφουμε λίγες αράδες από το βιβλίο «Παναγία Νέα Μονή», του Γεωργίου Βενιάδη, Χίος 2006, σελ. 44, από γραπτή μαρτυρία του Οσίου Νικηφόρου του Χίου (1750 – 1821) περί της ανεγέρσεως της Νέας Ιεράς Μονής Χίου, στην οποία διετέλεσε και Ηγούμενος:
«Εκτίζετο δε ο Ναός δώδεκα χρόνους με πληρωμάς και έξοδα βασιλικά, ζώντος έτι του αοιδίμου Κωνσταντίνου. Και όσον εις την καλλιτεχνίαν και ευαρμοστίαν, τόσον καλά επεμελήθησαν οι οικοδόμοι και τόσον κατά πολλά χαριέντως τον Ιερόν Ναόν οικοδόμησαν, όπου σχεδόν ίσα με τας πρωτίστας οικοδομάς των επτά θαυμάτων ετιμήθη…».
Έτσι, ολοκληρώθηκαν όλα τα έργα για την ανέγερση της «Νέας Ιεράς Μονής Χίου», όπως ονομάσθηκε. Τότε μεταφέρθηκε από την σκήτη των πατέρων, από το προβάτειο όρος, και τοποθετήθηκε στο τέμπλο της Νέας Μονής και η Ιερά Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Από το όνομα της Μονής καθιερώθηκε για τον κόσμο και το προσωνύμιο της εικόνας: «Παναγία η Νεαμονήτις» και σήμερα «Παναγία η Νεαμονίτισσα».
Δώδεκα χρόνια πέρασαν, το έργο είχε προχωρήσει πολύ, ο Αυτοκράτορας έδινε τακτικά αρκετό χρυσάφι και από την Κωνσταντινούπολη έστελνε άριστα υλικά, να μη μείνει πίσω το έργο. Όμως, στο δωδέκατο χρόνο της βασιλείας του, το έτος 1055, πέθανε από φυσικά αίτια. Η Βασίλισσα σύζυγός του, η Ζωή, είχε ήδη αποβιώσει το 1050. Την ίδια ημέρα τον διαδέχθηκε στο θρόνο η αδελφή της Ζωής, η Θεοδώρα.
Ωστόσο, το έργο είχε σχεδόν τελειώσει, και με κάποιες πρόσθετες χορηγίες από την νέα Βασίλισσα Θεοδώρα, η Νέα Ιερά Μονή της Χίου ήταν πλέον πραγματικότητα. Από όλες αυτές τις πολύχρονες και πολυέξοδες προσπάθειες και με τους άξιους Αρβανίτες τεχνίτες και τους ταλαντούχους καλλιτέχνες, προέκυψε και ανάλογο αποτέλεσμα: Ένα λαμπρό οικοδόμημα, το οποίο, παρ’ όλες τις φυσικές καταστροφές και τις επιδρομές βαρβάρων, στέκει εντυπωσιακό έως τις ημέρες μας. Με την φροντίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου και με την αρωγή της ελληνικής Πολιτείας έχει αρχίσει η ανακαίνισή της. Δια του λόγου το αληθές αντιγράφουμε λίγες αράδες από το βιβλίο «Παναγία Νέα Μονή», του Γεωργίου Βενιάδη, Χίος 2006, σελ. 44, από γραπτή μαρτυρία του Οσίου Νικηφόρου του Χίου (1750 – 1821) περί της ανεγέρσεως της Νέας Ιεράς Μονής Χίου, στην οποία διετέλεσε και Ηγούμενος:
«Εκτίζετο δε ο Ναός δώδεκα χρόνους με πληρωμάς και έξοδα βασιλικά, ζώντος έτι του αοιδίμου Κωνσταντίνου. Και όσον εις την καλλιτεχνίαν και ευαρμοστίαν, τόσον καλά επεμελήθησαν οι οικοδόμοι και τόσον κατά πολλά χαριέντως τον Ιερόν Ναόν οικοδόμησαν, όπου σχεδόν ίσα με τας πρωτίστας οικοδομάς των επτά θαυμάτων ετιμήθη…».
Έτσι, ολοκληρώθηκαν όλα τα έργα για την ανέγερση της «Νέας Ιεράς Μονής Χίου», όπως ονομάσθηκε. Τότε μεταφέρθηκε από την σκήτη των πατέρων, από το προβάτειο όρος, και τοποθετήθηκε στο τέμπλο της Νέας Μονής και η Ιερά Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Από το όνομα της Μονής καθιερώθηκε για τον κόσμο και το προσωνύμιο της εικόνας: «Παναγία η Νεαμονήτις» και σήμερα «Παναγία η Νεαμονίτισσα».
Με όλα αυτά εκπληρώθηκαν στο ακέραιο οι παραγγελίες Της. Όπως ακριβώς τις έδωσε στην αρχή προς τους τρεις πατέρες και αφού πέρασαν 18 και πλέον χρόνια από τότε που τους καθοδήγησε, με πιο τρόπο να ενεργήσουν για την ανέγερση της Μονής και του Καθολικού της. Η Μονή εορτάζει κατά την απόδοση της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 23 Αυγούστου. Είναι θαυματουργή, με πολλά καταγεγραμμένα θαύματα πιστωμένα στο Άγιο Όνομά Της, σε όλη τη διάρκεια των εννέα αιώνων που στέκει εκεί. Και μόνο το ότι υπάρχει ακόμα η ιερή εικόνα Της, αυτό από μόνο του θεωρείται ως θαύμα θαυμάτων.
Το έτος 1990 η Μονή ανακηρύχθηκε από την Ουνέσκο ως Μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και έχει γίνει γνωστή παγκοσμίως για τα εξαιρετικής τέχνης ψηφιδωτά της. Θεωρούνται ωραιότερα και από εκείνα του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία και της Μονής Δαφνίου Αττικής.
Ακούστε τον στα βίντεο:
www.nikosxeiladakis.gr
Το έτος 1990 η Μονή ανακηρύχθηκε από την Ουνέσκο ως Μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και έχει γίνει γνωστή παγκοσμίως για τα εξαιρετικής τέχνης ψηφιδωτά της. Θεωρούνται ωραιότερα και από εκείνα του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία και της Μονής Δαφνίου Αττικής.
Ακούστε τον στα βίντεο:
www.nikosxeiladakis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου