Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Ἐπιστολὴ – καταπέλτης ἀπὸ τὸν καθηγητὴ Δημήτριο Τσελεγγίδη, ἐναντίον τῆς «Συνόδου τῆς Κρήτης» μὲ ἀποδέκτες τοὺς Ἱεράρχες!

28/07/2016





Εἰκόνα τοῦ «Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»
Ἐπιστολὴ ἀπὸ τὸν καθηγητὴ δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς ΑΠΘ κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη

Θεσ­σα­λο­νί­κη 20/7/2016 

ΣΥΝ­ΤΟ­ΜΗ Α­ΠΟ­ΤΙ­ΜΗ­ΣΗ ΤΗΣ «Α­ΓΙ­ΑΣ ΚΑΙ ΜΕ­ΓΑ­ΛΗΣ ΣΥ­ΝΟ­ΔΟΥ»
ΣΤΟ ΚΟ­ΛΥΜ­ΠΑ­ΡΙ ΤΗΣ ΚΡΗ­ΤΗΣ (19-26/07/2016)

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε Πρό­ε­δρε, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι Ἀρ­χι­ε­ρεῖς,

Σᾶς ἀ­πο­στέλ­λω, εὐ­λα­βῶς, μιά πε­ρι­ε­κτι­κή ἀ­πο­τί­μη­ση γιά τήν «Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δο» καί Σᾶς πα­ρα­κα­λῶ, νά κά­νε­τε τόν κό­πο νά τήν με­λε­τή­σε­τε, ἐ­πει­δή πι­στεύ­ω, ὅ­τι θά μπο­ροῦ­σε νά βο­η­θή­σει, κά­πως, στήν ὑ­πεύ­θυ­νη συ­ζή­τη­ση πού θά γί­νει στή Σύ­νο­δο τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ὅ­ταν αὐ­τή συ­νέλ­θει. Ἡ ἀ­πο­τί­μη­σή μας θά κι­νη­θεῖ σέ δύ­ο ἐ­πί­πε­δα. Τό πρῶ­το ἐ­πί­πε­δο θά ἀ­φο­ρᾶ τήν ἀ­πο­τί­μη­ση ὡς πρός τό τυ­πι­κό καί Κα­νο­νι­κό μέ­ρος τῆς Συ­νό­δου, ἐ­νῶ τό δεύ­τε­ρο ἐ­πί­πε­δο θά ἀ­φο­ρᾶ τήν ἀ­πο­τί­μη­ση ὡς πρός τό οὐ­σι­α­στι­κό μέ­ρος της. 

Ὡς πρός τήν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή τυ­πι­κό­τη­τα καί Κα­νο­νι­κό­τη­τά της, ἡ λε­γο­μέ­νη «Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος» -θε­ο­λο­γι­κά κρι­νό­με­νη- δέν εἶ­ναι «Ἁ­γί­α», κα­τά κυ­ρι­ο­λε­ξί­α. Καί τοῦ­το, ἐ­πει­δή δέν εἶ­ναι «ἑ­πο­μέ­νη τοῖς ἁ­γί­οις Πα­τρά­σι», οὔ­τε τυ­πι­κῶς οὔ­τε οὐ­σι­α­στι­κῶς, ὅ­πως θά γί­νει φα­νε­ρό μέ... ὅ­σα θά ποῦ­με στή συ­νέ­χεια. Δέν εἶ­ναι ὅ­μως καί «Με­γά­λη», ὄ­χι μό­νον ἐ­πει­δή δέν ἦ­ταν πα­ροῦ­σες ὅ­λες οἱ Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, ἀλ­λά κυ­ρί­ως, για­τί ἦ­ταν σέ αὐ­τήν πο­λύ μι­κρή καί ἐ­πι­λεγ­μέ­νη ἡ ἀν­τι­προ­σώ­πευ­σή τους ἀ­πό τούς κα­τά τό­πους Ἀρ­χι­ε­ρεῖς. Τό ση­μαν­τι­κό­τε­ρο, ὅ­μως, ἐν προ­κει­μέ­νῳ εἶ­ναι, ὅ­τι ἡ «Σύ­να­ξη» αὐ­τή τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων δέν μπο­ρεῖ νά χα­ρα­κτη­ρι­στεῖ -μέ αὐ­στη­ρά θε­ο­λο­γι­κά κρι­τή­ρια- οὔ­τε κἄν ὡς μί­α Το­πι­κή Σύ­νο­δος. Πρό­κει­ται, μᾶλ­λον, γιά μιά ἰ­δι­ό­τυ­πη, δι­ηυ­ρυ­μέ­νη, «Προ­συ­νο­δι­κή Δι­ά­σκε­ψη Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων» μέ δέ­κα Προ­κα­θη­μέ­νους, ἤ γιά ἕ­να «Συ­νέ­δριο» δέ­κα συγ­κε­κρι­μέ­νων Αὐ­το­κε­φά­λων Ἐκ­κλη­σι­ῶν, οἱ ὁ­ποῖ­ες ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν ἀ­πό τούς Προ­κα­θη­μέ­νους τους καί τό πο­λύ ἀ­πό 24 κα­τ’ ἐ­πι­λο­γήν Ἀρ­χι­ε­ρεῖς. 

Εἴ­πα­με, ὅ­τι ἡ ἐν λό­γῳ «Δι­ά­σκε­ψη» ἤ τό «Συ­νέ­δριο» αὐ­τό δέν εἶ­ναι κἄν μί­α Το­πι­κή Σύ­νο­δος, για­τί στήν Το­πι­κή Σύ­νο­δο συ­νέρ­χον­ται καί ψη­φί­ζουν ὅ­λοι οἱ με­τέ­χον­τες σ’ αὐ­τήν Ἀρ­χι­ε­ρεῖς. Στήν πα­ροῦ­σα ὅ­μως «Δι­ά­σκε­ψη-Συ­νέ­δριο», σύμ­φω­να μέ τόν Κα­νο­νι­σμό Λει­τουρ­γί­ας της, ψῆ­φο εἶ­χαν μό­νο οἱ πα­ρόν­τες δέ­κα Προ­κα­θή­με­νοι. Ἡ πρά­ξη αὐ­τή εἶ­ναι πρω­το­φα­νής στήν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή μας Ἱ­στο­ρί­α καί αὐ­θαί­ρε­τη καί δέν συ­νά­δει κα­θό­λου μέ τήν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα πρα­κτι­κή τῶν ἕ­ως σή­με­ρα Ὀρ­θο­δό­ξων Συ­νό­δων, οἱ ὁ­ποῖ­ες προ­ϋ­πο­θέ­τουν τήν ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή ἰ­σό­τη­τα ὅ­λων τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων, πρᾶγ­μα πού ἐμ­φαί­νε­ται στήν ἰ­σό­τι­μη ψῆ­φο τους. Κα­νείς ἀ­πο­λύ­τως Ἐ­πί­σκο­πος –μη­δέ τοῦ Προ­έ­δρου τῆς Συ­νό­δου ἐ­ξαι­ρου­μέ­νου– δέν εἶ­ναι «ἄ­νευ ἴ­σων» συ­νε­πι­σκό­πων του. Αὐ­τό πού ἴ­σχυ­σε στήν πα­ροῦ­σα «Δι­ά­σκε­ψη» πα­ρα­πέμ­πει ἐμ­μέ­σως σέ μί­α σα­φῆ μορ­φή Πα­πι­σμοῦ, ἔ­στω κι ἄν ἡ ψῆ­φος τῶν Προ­κα­θη­μέ­νων ἔ­χει συλ­λο­γι­κό χα­ρα­κτῆ­ρα.

Κα­τά συ­νέ­πεια, οἱ ἀ­πο­φά­σεις τῆς πα­ρα­πά­νω «Προ­συ­νο­δι­κῆς Δι­ά­σκε­ψης», ἤ τοῦ πα­ρα­πά­νω «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κοῦ Συ­νε­δρί­ου», δέν ἔ­χουν δε­σμευ­τι­κό χα­ρα­κτῆ­ρα. Ἄ­ρα καί καμ­μί­α ἰ­σχύ, ὄ­χι μό­νο γιά ὅ­λη τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἀλ­λά καί γιά τίς Το­πι­κές Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν στό «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κό» αὐ­τό «Συ­νέ­δριο» -ὅ­λως ἀ­θέ­σμως-, ἀ­φοῦ οἱ με­τέ­χον­τες Ἀρ­χι­ε­ρεῖς δέν εἶ­χαν δι­καί­ω­μα ψή­φου. Ἀλ­λά οἱ ἀ­πο­φά­σεις εἶ­ναι ἄ­κυ­ρες καί γιά τόν πρό­σθε­το λό­γο τῆς ἀρ­χῆς τῆς Ὁ­μο­φω­νί­ας, ἡ ὁ­ποί­α πα­ρα­βι­ά­στη­κε μέ τήν μή πα­ρου­σί­α τῶν τεσ­σά­ρων Πα­τρι­αρ­χεί­ων (Ἀν­τι­ο­χεί­ας, Ρω­σί­ας, Βουλ­γα­ρί­ας, Γε­ωρ­γί­ας). 

Ἐ­πι­προ­σθέ­τως οἱ ἀ­πο­φά­σεις τῆς ἰ­δι­όρ­ρυθ­μης «Συ­νό­δου» τοῦ Κο­λυμ­πα­ρί­ου δέν εἶ­ναι δε­σμευ­τι­κές γιά τήν Ἑλ­λα­δι­κή Ἐκ­κλη­σί­α καί γιά ἕ­ναν πρό­σθε­το λό­γο. Ὁ Προ­κα­θή­με­νος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ἀν­τί νά ὑ­πο­στη­ρί­ξει τήν ὁ­μό­φω­νη θέ­ση τῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας στό Στ΄ Κεί­με­νο, εἰ­ση­γή­θη­κε ἄλ­λη θέ­ση, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­γι­νε ἀ­πο­δε­κτή ἀ­πό τίς ἐν­νέ­α ἄλ­λες Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες. Πρα­κτι­κῶς, αὐ­τό ση­μαί­νει, ὅ­τι ἡ θέ­ση τοῦ Σώ­μα­τος τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἱ­ε­ραρ­χί­ας δέν ἐκ­προ­σω­πή­θη­κε, ὁ­πό­τε μέ βά­ση τόν Κα­νο­νι­σμό Λει­τουρ­γί­ας τῆς «Δι­ά­σκε­ψης», στό Στ΄ Κεί­με­νο δέν ὑ­πῆρ­ξε ὁ­μο­φω­νί­α. Ἄ­ρα, τό Κεί­με­νο εἶ­ναι ἄ­κυ­ρο. 

Καί τώ­ρα, ἡ ἀ­πο­τί­μη­ση τοῦ οὐ­σι­α­στι­κοῦ μέ­ρους τῆς ἰ­δι­ό­τυ­πης «Συ­νό­δου». Κα­τ’ ἀρ­χήν, ὀ­φεί­λου­με νά ποῦ­με γε­νι­κῶς, ὅ­τι στή λε­γό­με­νη «Σύ­νο­δο» τοῦ Κο­λυμ­πα­ρί­ου τῆς Κρή­της ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε μιά θε­σμι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα πνευ­μα­τι­κή ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τή δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. [Λέ­με, ὅ­τι ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε, ἐ­πει­δή –μέ βά­ση ὅ­σα εἴ­πα­με νω­ρί­τε­ρα– δέν προσ­δί­δου­με θε­σμι­κό ρό­λο στίς ἀ­πο­φά­σεις τῆς πα­ρα­πά­νω «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κῆς Δι­α­σκέ­ψε­ως»­]. Στήν Κρή­τη ὄ­χι μό­νο δέν κα­τα­δι­κά­σθη­κε καμ­μί­α ἑ­τε­ρο­δο­ξί­α (αἵ­ρε­ση), ἀλ­λά καί ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε μιά φο­βε­ρή, θε­σμι­κῶς, ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τήν συ­νο­δι­κῶς ὁ­ρι­ο­θε­τη­μέ­νη πί­στη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, μιά ἔκ­πτω­ση οὐ­σι­α­στι­κά ἀ­πό τόν «Ὅ­ρο Πί­στε­ως» τῆς Β΄ Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου. Συγ­κε­κρι­μέ­να, πρό­κει­ται γιά τήν ἔκ­πτω­ση ἀ­πό τήν δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τοῦ Συμ­βό­λου τῆς Πί­στε­ως, πού ἀ­να­φέ­ρε­ται στήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, κα­θ’ ἑ­αυ­τήν. 

Στό Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως ὁ­μο­λο­γοῦ­με, ὅ­τι πι­στεύ­ου­με «εἰς Μί­αν, Ἁ­γί­αν, Κα­θο­λι­κήν καί Ἀ­πο­στο­λι­κήν Ἐκ­κλη­σί­αν». Ὅ­μως, στή «Δι­ά­σκε­ψη» τῆς Κρή­της, δέ­κα Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες, με­τα­ξύ τῶν ὁ­ποί­ων καί ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος, ἀ­πο­δέ­χθη­καν ἀ­θε­ο­λό­γη­τα τήν «Βα­πτι­σμα­τι­κή Θε­ο­λο­γί­α» καί ἔμ­με­σα τήν «Θε­ω­ρί­α τῶν Κλά­δων», ἀ­να­γνω­ρί­ζον­τας ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες τούς Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κούς, τούς Μα­ρω­νῖ­τες, τούς Νε­στο­ρια­νούς, τούς Μο­νο­φυ­σῖ­τες Ἀν­τι­χαλ­κη­δο­νί­ους, τούς Μο­νο­θε­λῆ­τες, οἱ ὁ­ποῖ­οι κα­τα­δι­κά­στη­καν γιά τήν χρι­στο­λο­γι­κή τους αἵ­ρε­ση ἀ­πό σει­ρά Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων (ἀ­πό τήν Τρί­τη ἕ­ως καί τήν Ἕ­κτη), ἀλ­λά καί τήν παν­σπερ­μί­α τῶν Προ­τε­σταν­τῶν, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­ον­ται στό Παγ­κό­σμιο Συμ­βού­λιο τῶν λε­γο­μέ­νων Ἐκ­κλη­σι­ῶν. 

Ἀ­πο­τε­λεῖ πνευ­μα­τι­κή πα­ρα­φρο­σύ­νη καί πνευ­μα­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα ἡ πρά­ξη τῆς ἀ­πό­πει­ρας γιά Συ­νο­δι­κή ἀ­πό­φα­ση στό Κο­λυμ­πά­ρι πρός ἀ­να­γνώ­ρι­ση ὡς Ἐκ­κλη­σι­ῶν τῶν κα­τα­δι­κα­σθέν­των αἱ­ρε­τι­κῶν ἀ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους. Αὐ­τό, στήν πρά­ξη, εἶ­ναι συγ­κρη­τι­σμός καί Οἰ­κου­με­νι­σμός. Δέν κι­νή­θη­κε ὁ θυ­μός –τό ἔλ­λο­γο νεῦ­ρο τῆς ψυ­χῆς- τῶν «Συ­νο­δι­κῶν» Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων πρός τούς νο­η­τούς λύ­κους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἀ­πε­ναν­τί­ας, οἱ «λύ­κοι» ὀ­νο­μά­στη­καν «πρό­βα­τα» τῆς μί­ας καί μό­νης λο­γι­κῆς ποί­μνης, τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἐκ τοῦ ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τος συμ­πε­ραί­νου­με, ὅ­τι στήν Κρή­τη δέν ἔ­γι­νε ἡ ἀ­να­με­νό­με­νη ἀ­πό τό εὐ­λα­βές πλή­ρω­μα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας «σύ­σκε­ψη» τῶν «Συ­νο­δι­κῶν» Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων μέ τό Ἅ­γιο Πνεῦ­μα, οὔ­τε καί λει­τούρ­γη­σε ἡ «σφεν­δό­νη» τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος γιά τήν ἐκ νέ­ου κα­τα­δί­κη τῶν αἱ­ρε­τι­κῶν. 

Εἰ­δι­κό­τε­ρα, γιά τούς Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κούς, λε­κτι­κῶς, ὁ­μο­λο­γή­σα­με τήν πί­στη μας στόν Ὅ­ρο τῆς Β΄ Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, πρα­κτι­κῶς ὅ­μως ἀ­κυ­ρώ­σα­με αὐ­τήν τήν πί­στη, ἀ­να­γνω­ρί­ζον­τας ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες, ὄ­χι μό­νον αὐ­τούς, ἀλ­λά καί ἄλ­λες Χρι­στι­α­νι­κές Κοι­νό­τη­τες, πού ἀν­τί­κειν­ται στόν Ὅ­ρο αὐ­τό, διά τοῦ f­i­l­i­o­q­ue. Ὡς γνω­στόν, ἡ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε προ­σθή­κη στό Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως -ἀ­κό­μη καί ἡ ἑρ­μη­νευ­τι­κῶς σω­στή- κα­τα­δι­κά­ζε­ται ἀ­πό ὅ­λες τίς Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους με­τά τήν Γ΄ (συμ­πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης) καί ὅ­σοι τό κά­νουν, ὁ­ρί­ζε­ται νά κα­θαι­ροῦν­ται καί νά ἀ­φο­ρί­ζον­ται ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α. Σα­φῶς, λοι­πόν, τό f­i­l­i­o­q­ue, ὡς προ­σθή­κη, κα­τα­δι­κά­ζε­ται -ἔμ­με­σα, αὐ­το­μά­τως καί ἑ­τε­ρο­χρο­νι­σμέ­να- ἀ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους, ὡς αἵ­ρε­ση, ἀ­φοῦ ἐκ­πί­πτουν ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ὅ­σοι τό υἱ­ο­θε­τοῦν, ὡς προ­σθή­κη, κα­τά τήν ἀ­πό­φα­ση τῶν ἀ­νω­τέ­ρω Συ­νό­δων. Γι’ αὐ­τό καί ἡ ἑ­τε­ρο­δο­ξί­α τοῦ f­i­l­i­o­q­ue τῶν Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν καί ὅ­λων τῶν Προ­τε­σταν­τῶν εἶ­ναι κα­τε­γνω­σμέ­νη αἵ­ρε­ση. 

Ἄλ­λω­στε, ἡ προ­σθή­κη τοῦ f­i­l­i­o­q­ue κα­τα­δι­κά­στη­κε ἐ­πί Με­γά­λου Φω­τί­ου στήν Σύ­νο­δο τοῦ 879/80 (Η΄ Οἰ­κου­με­νι­κή), ὅ­που με­τεῖ­χε καί ἀν­τι­προ­σω­πεί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ρώ­μης, ἐ­νῶ κα­τα­δι­κά­στη­καν καί ἄλ­λες κα­κο­δο­ξί­ες τοῦ Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κι­σμοῦ γιά τήν ταύ­τι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νερ­γεί­ας στόν Τρι­α­δι­κό Θε­ό καί γιά τόν κτι­στό χα­ρα­κτῆ­ρα τῆς θεί­ας Χά­ρι­τος, στίς Συ­νό­δους τοῦ 1331 καί 1351. Ἀλ­λά καί ὁ Προ­τε­σταν­τι­σμός κα­τα­δι­κά­στη­κε ἀ­πό σει­ρά Συ­νό­δων στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἀ­να­το­λή (1638, 1642, 1691). 

Κα­τά συ­νέ­πεια, δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν σέ ἕ­να Συ­νο­δι­κό δογ­μα­τι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα Κεί­με­νο νά μήν ὑ­πάρ­χει θε­ο­λο­γι­κή ἀ­κρί­βεια καί οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι νά ἀ­να­γνω­ρί­ζον­ται ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες. Αὐ­τό θά σή­μαι­νε, ἤ ὅ­τι γί­νε­ται συ­νει­δη­τή ἔκ­πτω­ση στό ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κό δόγ­μα, ἤ ὅ­τι ὑ­πάρ­χει δι­γλωσ­σί­α, μέ ὅ,τι αὐ­τό συ­νε­πά­γε­ται. 

Μέ τήν ψή­φι­ση τοῦ Στ΄ Κει­μέ­νου, πού χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται γιά τίς σκό­πι­μες ἀ­σά­φει­ες καί ἰ­δι­αί­τε­ρα γιά τίς θε­ο­λο­γι­κές ἀν­τι­φά­σεις του, ἡ «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κή Δι­ά­σκε­ψη» στήν Κρή­τη κα­το­χύ­ρω­σε θε­σμι­κά τόν Οἰ­κου­με­νι­σμό, εἰ­σά­γον­τας ἔ­τσι καί προ­ω­θών­τας τήν ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή σύγ­χυ­ση στίς συ­νει­δή­σεις τῶν πι­στῶν. Ὑ­πεν­θυ­μί­ζω συγ­κε­κρι­μέ­να τήν πα­ρά­γρα­φο 16, ὅ­που ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς: «Ἕν ἐκ τῶν κυ­ρί­ων ὀρ­γά­νων ἐν τῇ Ἱ­στο­ρί­ᾳ τῆς Οἰ­κου­με­νι­κῆς κι­νή­σε­ως εἶ­ναι τό Παγ­κό­σμιον Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν (ΠΣΕ)­.­.. Πα­ραλ­λή­λως, ὑ­φί­σταν­ται καί ἄλ­λοι δι­α­χρι­στι­α­νι­κοί ὀρ­γα­νι­σμοί καί πε­ρι­φε­ρεια­κά ὄρ­γα­να, ὡς ἡ «Δι­ά­σκε­ψις τῶν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν» (ΚΕΚ), τό «Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν Μέ­σης Ἀ­να­το­λῆς (ΣΕ­ΜΑ) καί τό «Πα­να­φρι­κα­νι­κόν Συμ­βού­λιον Ἐκ­κλη­σι­ῶν». Ταῦ­τα με­τά τοῦ Παγ­κο­σμί­ου Συμ­βου­λί­ου Ἐκ­κλη­σι­ῶν τη­ροῦν ση­μαν­τι­κήν ἀ­πο­στο­λήν διά τήν προ­ώ­θη­σιν τῆς ἑ­νό­τη­τος τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ κό­σμου». 

Τήν ἀ­πο­δο­χή τοῦ ὅ­ρου «Ἐκ­κλη­σί­α», γιά τούς ἑ­τε­ρο­δό­ξους καί ἰ­δι­αί­τε­ρα γιά τούς Προ­τε­στάν­τες, συ­ναν­τοῦ­με κα­τά κό­ρον καί στίς πα­ρα­γρά­φους 19 καί 21, στό ἴ­διο Κεί­με­νο. Ἡ πα­ρα­πά­νω δι­α­τύ­πω­ση ση­μαί­νει, ὅ­τι ἐ­μεῖς, ὡς Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, συμ­φω­νοῦ­με πώς οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι-αἱ­ρε­τι­κοί συμ­βάλ­λουν ση­μαν­τι­κά στήν προ­ώ­θη­ση τῆς ἑ­νό­τη­τας τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ κό­σμου! Ἀ­πό ἐ­δῶ πι­στο­ποι­εῖ­ται, ὅ­τι, ὅ­σοι ψή­φι­σαν καί ὅ­σοι ὑ­πέ­γρα­ψαν αὐ­τό τό Κεί­με­νο, δέν συ­νει­δη­το­ποί­η­σαν σί­γου­ρα, ὅ­τι «ὁ Οἰ­κου­με­νι­σμός ἔ­χει πνεῦ­μα πο­νη­ρί­ας καί κυ­ρι­αρ­χεῖ­ται ἀ­πό ἀ­κά­θαρ­τα πνεύ­μα­τα», κα­τά τήν χα­ρι­σμα­τι­κή ἐμ­πει­ρί­α τοῦ μα­κα­ρι­στοῦ Γέ­ρον­τος Ἐ­φραίμ τοῦ Κα­του­να­κι­ώ­τη. 

Ἡ θε­με­λια­κή θέ­ση τοῦ Οἰ­κου­με­νι­σμοῦ εἶ­ναι ὁ δογ­μα­τι­κός πλου­ρα­λι­σμός. Αὐ­τό ση­μαί­νει, πρα­κτι­κά, τήν δογ­μα­τι­κά νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νη συ­νύ­παρ­ξη δι­α­φο­ρε­τι­κῶν δογ­μα­τι­κῶς πί­στε­ων. Ὅ­ποι­ος ἀμ­φι­σβη­τεῖ τόν δογ­μα­τι­κό αὐ­τό πλου­ρα­λι­σμό, χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται φα­να­τι­κός καί φον­τα­μεν­τα­λι­στής. Πα­ράλ­λη­λα, οἱ Οἰ­κου­με­νι­στές δέν ἐ­πι­τρέ­πουν ἀ­ξι­ο­λο­γι­κές κρί­σεις γιά τήν ὀρ­θό­τη­τα, τήν ἀ­νω­τε­ρό­τη­τα ἤ τήν κα­τω­τε­ρό­τη­τα τῶν δι­α­φό­ρων θρη­σκει­ῶν. Στόν Οἰ­κου­με­νι­σμό ὅ­λοι χω­ροῦν. Για­τί ἡ ἑ­νό­τη­τα σ’ αὐ­τόν δέν ἐμ­πο­δί­ζε­ται ἀ­πό τήν ποι­κι­λί­α τῶν δι­α­φο­ρε­τι­κῶν πί­στε­ων, πρᾶγ­μα πού εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κά ἀ­πα­ρά­δε­κτο ἀ­πό Ὀρ­θό­δο­ξη ἄ­πο­ψη. 

Ὡς δογ­μα­το­λό­γος τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κλη­σί­ας, ἔ­χω τήν βα­θύ­τα­τη πε­ποί­θη­ση, ὅ­τι ὁ Οἰ­κου­με­νι­σμός εἶ­ναι ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή αἵ­ρε­ση, ἀλ­λά καί ἡ ἐ­πι­κιν­δυ­νό­τε­ρη πο­λυ­αί­ρε­ση, πού ἐμ­φα­νί­στη­κε πο­τέ στήν Ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Καί τοῦ­το, για­τί ὁ Οἰ­κου­με­νι­σμός, ἐ­ξαι­τί­ας τοῦ συγ­κρη­τι­στι­κοῦ χα­ρα­κτῆ­ρα του, συ­νι­στᾶ τήν πιό δό­λια ἀμ­φι­σβή­τη­ση τῆς πί­στε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λά καί τήν πιό σο­βα­ρή νό­θευ­σή της. Ἀμ­βλύ­νει σέ ἀ­πα­ρά­δε­κτο βαθ­μό τήν δογ­μα­τι­κή συ­νεί­δη­ση τοῦ πλη­ρώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί δη­μι­ουρ­γεῖ σύγ­χυ­ση γύ­ρω ἀ­πό τήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Πί­στε­ώς μας. Κε­νώ­νει πο­νη­ρά τήν ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα τῆς σώ­ζου­σας Πί­στε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας –πρᾶγ­μα πού ἔ­χει ὀ­λέ­θρι­ες σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πει­ες- μέ τό νά θε­ω­ρεῖ ὅ­λες τίς θρη­σκευ­τι­κές πί­στεις νό­μι­μες σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κῶς, ὅ­ταν ὑ­πο­στη­ρί­ζει, ὅ­τι ὅ­λες οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξες καί ἑ­τε­ρό­θρη­σκες πί­στεις εἶ­ναι ὁ­δοί, πού ὁ­δη­γοῦν στήν ἴ­δια σω­τη­ρί­α. 

Ἀλ­λά, μέ ὅ­σα ἀν­τι­φα­τι­κά, ὡς πρός τήν Ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α, γρά­φον­ται στό Στ΄ Κεί­με­νο, δί­νε­ται ἡ ἐν­τύ­πω­ση, ὅ­τι οἱ ἑ­τε­ρό­δο­ξοι χρι­στια­νοί ἐμ­παί­ζον­ται, ἀ­φοῦ στήν ἀρ­χή κα­το­νο­μά­ζον­ται ὡς «ἑ­τε­ρό­δο­ξες ἐκ­κλη­σί­ες», δη­λα­δή αἱ­ρε­τι­κοί, καί στή συ­νέ­χεια ὀ­νο­μά­ζον­ται Ἐκ­κλη­σί­ες. Δέν ἐ­πι­τρέ­πε­ται νά ὑ­πο­τι­μοῦ­με τή νο­η­μο­σύ­νη τους. Κα­τα­λα­βαί­νουν κα­λῶς, ὅ­τι δέν τούς ἀ­γα­ποῦ­με ἀ­λη­θι­νά, για­τί δέν τούς λέ­με τήν ἀ­λή­θεια κα­θα­ρά. Τούς λέ­με ψέ­μα­τα, πώς εἶ­ναι Ἐκ­κλη­σί­ες. Καί μέ τόν τρό­πο αὐ­τό δέν τούς βο­η­θοῦ­με, για­τί δέν τούς κα­λοῦ­με σέ με­τά­νοι­α καί ἄρ­νη­ση τῶν δογ­μα­τι­κῶν πλα­νῶν τους, ὥ­στε νά ἐν­τα­χθοῦν στήν μό­νη ἀ­λη­θι­νή Ἐκ­κλη­σί­α, τήν Ὀρ­θό­δο­ξη. Εὐ­τυ­χῶς, ἀρ­κε­τοί Ἀρ­χι­ε­ρεῖς δέν ὑ­πέ­γρα­ψαν αὐ­τό τό Κεί­με­νο γιά δογ­μα­τι­κούς λό­γους. 

Στό Κεί­με­νο γιά «Τό Μυ­στή­ριον τοῦ Γά­μου καί τά Κω­λύ­μα­τα αὐ­τοῦ», δέν θά ἐ­πα­να­λά­βω, ὅ­σα σχε­τι­κά ἔ­γρα­ψα στήν πρώ­τη μου Ἐ­πι­στο­λή πρός τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο, στίς 3-2-2016, γιά νά μή Σᾶς κου­ρά­ζω. Θά προ­σθέ­σω μό­νο, ὅ­τι, ἐ­νῶ ὁ 72ος Κα­νό­νας τῆς Πεν­θέ­κτης Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, θέ­τει τίς ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές –δογ­μα­τι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιά τήν ὕ­παρ­ξη τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ μυ­στη­ρί­ου τοῦ γά­μου, ἡ ἀ­πό­φα­ση τῆς «Δι­α­σκέ­ψε­ως» τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων στό Κο­λυμ­πά­ρι τῆς Κρή­της -ὅ­λως ἀν­τι-Κα­νο­νι­κῶς καί ἀ­ναρ­μο­δί­ως- δί­νει τήν δυ­να­τό­τη­τα στίς Το­πι­κές Αὐ­το­κέ­φα­λες Ἐκ­κλη­σί­ες νά ἀ­πο­κλί­νουν ἀ­πό τήν πε­ρί τῶν μυ­στη­ρί­ων δογ­μα­τι­κή δι­δα­σκα­λί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Συγ­κε­κρι­μέ­να, ἡ προ­τα­θεῖ­σα εἰ­σή­γη­ση τῶν μι­κτῶν γά­μων ὡς οἰ­κο­νο­μί­α –πέ­ρα ἀ­πό τήν ἀν­τι­κα­νο­νι­κό­τη­τα καί τήν πα­ρα­νο­μί­α της, ἀλ­λά καί τό ὀ­ξύ­μω­ρο τῆς σχε­τι­κο­ποι­ή­σε­ως ἑ­νός Κα­νό­να (72) Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου (Πεν­θέ­κτης) ἀ­πό ἥσ­σο­να «Σύ­νο­δο», στήν ὁ­ποί­α πα­ρα­πέμ­πει τό θέ­μα -εἶ­ναι ἄ­κρως ἀ­θε­ο­λό­γη­τη, ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς. 

Γι’ αὐ­τό, ἄλ­λω­στε, συ­νι­στᾶ­ται αὐ­στη­ρῶς ἀ­πό τόν 72ο Κα­νό­να ἡ ἀ­κύ­ρω­ση καί ἡ δι­ά­λυ­ση αὐ­τοῦ τοῦ γά­μου, ὡς πα­ρά­νο­μη ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς συμ­βί­ω­ση. Ἡ πε­ραι­τέ­ρω μά­λι­στα θε­ο­λο­γι­κή τεκ­μη­ρί­ω­ση τοῦ Κα­νό­να, δέν ἀ­φή­νει κα­θό­λου πε­ρι­θώ­ρια γιά ὁ­ποι­α­δή­πο­τε οἰ­κο­νο­μί­α. «Οὐ γάρ χρή τά ἄ­μι­κτα μι­γνῦ­ναι», ση­μει­ώ­νει ὁ Κα­νό­νας, «οὐ­δέ τῷ προ­βά­τῳ τόν λύ­κον συμ­πλέ­κε­σθαι, καί τῇ τοῦ Χρι­στοῦ με­ρί­δι τόν τῶν ἁ­μαρ­τω­λῶν κλῆ­ρον· εἰ δέ πα­ρα­βῇ τις τά πα­ρ’ ἡ­μῶν ὁ­ρι­σθέν­τα, ἀ­φο­ρι­ζέ­σθω». Δέν εἰ­ση­γεῖ­ται, δη­λα­δή, ὁ 72ος Κα­νό­νας οἰ­κο­νο­μί­α, ἀλ­λά ἐ­φι­στᾶ τήν προ­σο­χή γιά τήν σο­βα­ρό­τα­τη πα­ρα­νο­μί­α. Ἡ πα­ρέκ­κλι­ση ἀ­πό τόν συγ­κε­κρι­μέ­νο Κα­νό­να συ­νι­στᾶ σο­βα­ρό­τα­τη Κα­νο­νι­κή πα­ρα­νο­μί­α καί «πα­ρα­οι­κο­νο­μί­α», πού ἔ­χει, ἐ­πί­σης, σο­βα­ρό­τα­τες ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πει­ες, ἀ­φοῦ ἀ­να­μει­γνύ­ει τά ἄ­μι­κτα σέ «ἄ­μι­κτη μί­ξη», «συμ­πλέ­κει» ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς τό «πρό­βα­το» μέ τόν «λύ­κο» καί τήν «με­ρί­δα» τοῦ Χρι­στοῦ μέ τόν «κλῆ­ρο» τῶν ἁ­μαρ­τω­λῶν. Τέ­τοι­α, ὅ­μως, μί­ξη εἶ­ναι ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κῶς ἀ­δι­α­νό­η­τη καί θε­ο­λο­γι­κῶς καί πνευ­μα­τι­κῶς ἀ­πα­ρά­δε­κτη. 

Στό Κεί­με­νο: «Ἡ Ἀ­πο­στο­λή τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας εἰς τόν σύγ­χρο­νον κό­σμον», δί­νε­ται ἡ ἐν­τύ­πω­ση, ὅ­τι ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται ὁ ἐγ­κι­βω­τι­σμός Ὀρ­θο­δό­ξων καί ἑ­τε­ρο­δό­ξων, ἐ­νί­ο­τε καί ἑ­τε­ρο­θρή­σκων. Τοῦ­το εἶ­ναι ἐμ­φα­νές, ὅ­ταν τά σχε­τι­ζό­με­να μέ τήν εἰ­ρή­νη, ἡ ὁ­ποί­α βι­ώ­νε­ται στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α ὡς καρ­πός τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, λέ­γον­ται ἀ­προ­ϋ­πό­θε­τα καί γιά τούς ἐ­κτός αὐ­τῆς. Αὐ­τό, ὅ­μως, κε­νώ­νει στήν πρά­ξη τήν ἐ­ναν­θρώ­πη­ση τοῦ Θε­οῦ Λό­γου καί τήν ἴ­δια τήν Ἐκ­κλη­σί­α, ἐ­νό­σῳ ἀ­φή­νει νά ἐν­νο­η­θεῖ, ὅ­τι ἡ εἰ­ρή­νη τοῦ Χρι­στοῦ, ὡς ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γειά Του, μπο­ρεῖ νά κα­τορ­θώ­νε­ται καί νά οἰ­κει­ώ­νε­ται καί ἐ­κτός αὐ­τῆς ἀ­πό ἑ­τε­ρο­δό­ξους, ἑ­τε­ρο­θρή­σκους καί ἀν­θρώ­πους ἁ­πλῶς «κα­λῆς θε­λή­σε­ως», ἐν­δε­χο­μέ­νως τό­τε καί ἀ­πό ἀ­θέ­ους. Αὐ­τό ὄ­χι μό­νο μαρ­τυ­ρί­α δέν συ­νι­στᾶ, ἀλ­λά προ­κα­λεῖ καί σύγ­χυ­ση ἀ­νά­με­σα στούς πι­στούς γιά τήν ταυ­τό­τη­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί τῆς δε­δω­ρη­μέ­νης σ΄ αὐ­τήν «ἄ­νω­θεν εἰ­ρή­νης». 

Ὡς πρός τό ζή­τη­μα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Δι­α­σπο­ρᾶς, ἔ­χου­με τήν γνώ­μη, ὅ­τι μέ τήν ἐν λό­γῳ «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κή Δι­ά­σκε­ψη» ἐ­πι­χει­ρή­θη­κε ἡ ἀν­τι­κα­νο­νι­κή -ἔ­στω καί πρό­σκαι­ρη- λύ­ση τῶν Ἐ­πι­σκο­πι­κῶν Συ­νε­λεύ­σε­ων, οἱ ὁ­ποῖ­ες ὄ­χι μό­νο δέν θε­ρα­πεύ­ουν, ἀλ­λά δι­αι­ω­νί­ζουν τόν ἤ­δη συ­νο­δι­κῶς κα­τα­δι­κα­σμέ­νο ἐ­θνο­φυ­λε­τι­σμό (1872). 

Με­τά τή «Σύ­νο­δο» τῆς Κρή­της ἐκ­δό­θη­κε ἡ «Ἐγ­κύ­κλιος τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας» (Κρή­τη, 2016), ἡ ὁ­ποί­α πα­ρου­σιά­ζει θε­ο­λο­γι­κές ἀν­τι­φά­σεις. Γι’ αὐ­τό καί θά ἀ­να­φερ­θοῦ­με ἐ­πι­γραμ­μα­τι­κά σ’ αὐ­τές. Συγ­κε­κρι­μέ­να, στήν δεύ­τε­ρη πα­ρά­γρα­φο ση­μει­ώ­νε­ται τό ἑ­ξῆς: «Ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος τῆς Μί­ας, Ἁ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­πο­τε­λεῖ αὐ­θεν­τι­κήν μαρ­τυ­ρί­αν τῆς πί­στε­ως εἰς τόν θε­άν­θρω­πον Χρι­στόν.­.­.­». Ἐ­δῶ, γεν­νᾶ­ται εὔ­λο­γα τό λο­γι­κό καί θε­ο­λο­γι­κό ἐ­ρώ­τη­μα: Πῶς «ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος τῆς Μί­ας, Ἁ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­πο­τε­λεῖ αὐ­θεν­τι­κήν μαρ­τυ­ρί­αν τῆς πί­στε­ως εἰς τόν θε­άν­θρω­πον Χρι­στόν», ὅ­ταν αὐ­τή ἀ­να­γνω­ρί­ζει τούς Νε­στο­ρια­νούς, τούς Μο­νο­φυ­σῖ­τες, τούς Ἀν­τι­χαλ­κη­δο­νί­ους καί τούς Μο­νο­θε­λῆ­τες ὡς Ἐκ­κλη­σί­ες, ἐ­νό­σῳ αὐ­τοί ἔ­χουν κα­τα­δι­κα­σμέ­νη ἀ­πό Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους Χρι­στο­λο­γί­α; 

Στήν τρί­τη πα­ρά­γρα­φο μνη­μο­νεύ­ον­ται Σύ­νο­δοι κα­θο­λι­κοῦ «κύ­ρους», ὅ­πως εἶ­ναι ἡ ἐ­πί Με­γά­λου Φω­τί­ου καί ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ καί ἡ Σύ­νο­δος τοῦ 1484, μέ τήν ὁ­ποί­α ἀ­πο­κη­ρύσ­σε­ται ἡ ψευ­δο­σύ­νο­δος τῆς Φλω­ρεν­τί­ας. Ἀ­κό­μη καί οἱ Σύ­νο­δοι, πού ἀ­πο­κη­ρύσ­σουν τίς Προ­τε­σταν­τι­κές δο­ξα­σί­ες. Πῶς συμ­βι­βά­ζον­ται, ὅ­μως, ὅ­λα αὐ­τά μέ τήν ἀ­να­γνώ­ρι­ση τῶν Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν καί τῶν Προ­τε­σταν­τῶν ὡς Ἐκ­κλη­σι­ῶν;

Στήν πα­ρά­γρα­φο 20 ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Οἱ δι­α­χρι­στι­α­νι­κοί δι­ά­λο­γοι ἐ­λει­τούρ­γη­σαν ὡς εὐ­και­ρί­α διά τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­αν, διά νά ἀ­να­δεί­ξῃ τό σέ­βας πρός τήν δι­δα­σκα­λί­αν τῶν Πα­τέ­ρων καί διά νά δώ­σῃ ἀ­ξι­ό­πι­στον μαρ­τυ­ρί­αν τῆς γνη­σί­ας πα­ρα­δό­σε­ως τῆς Μιᾶς, Ἁ­γί­ας, Κα­θο­λι­κῆς καί Ἀ­πο­στο­λι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ ὑ­πό τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας δι­ε­ξα­γώ­με­νοι δι­ά­λο­γοι οὐ­δέ­πο­τε ἐ­σή­μα­ναν, οὔ­τε ση­μαί­νουν καί δέν πρό­κει­ται νά ση­μά­νουν πο­τέ οἱ­ον­δή­πο­τε συμ­βι­βα­σμόν εἰς ζη­τή­μα­τα πί­στε­ως. Οἱ δι­ά­λο­γοι αὐ­τοί εἶ­ναι μαρ­τυ­ρί­α πε­ρί τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας.­.­.­». 

Ἡ δή­λω­ση αὐ­τή, ὅ­μως, δι­α­ψεύ­δε­ται ἀ­πό τά κοι­νά Κεί­με­να, τά ὁ­ποῖ­α ὑ­πε­γρά­φη­σαν καί ἀ­πό τούς Ὀρ­θο­δό­ξους, ὅ­πως εἶ­ναι τοῦ B­a­l­a­m­a­nd, τοῦ P­o­r­to A­l­e­g­re, τῆς Ρα­βέν­νας καί τοῦ P­u­s­s­an. Καί ἡ Συ­νο­δι­κή Ἐγ­κύ­κλιος κα­τα­κλεί­ε­ται ὡς ἐ­ξῆς: «Ταῦ­τα ἀ­πευ­θύ­νον­ται ἐν συ­νό­δῳ πρός τά ἐν τῷ κό­σμῳ τέ­κνα τῆς ἁ­γι­ω­τά­της Ὀρ­θο­δό­ξου ἡ­μῶν Ἐκ­κλη­σί­ας καί πρός τήν οἰ­κου­μέ­νην πᾶ­σαν, ἑ­πό­με­νοι τοῖς ἁ­γί­οις Πα­τρά­σι καί τοῖς συ­νο­δι­κοῖς θε­σπί­σμα­σι πρός δι­α­φύ­λα­ξιν τῆς πα­τρο­πα­ρα­δό­του πί­στε­ως». Ὅ­μως, ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α «ἑ­πο­μέ­νη τοῖς ἁ­γί­οις Πα­τρά­σι καί τοῖς συ­νο­δι­κοῖς θε­σπί­σμα­σι» δέν ἀ­να­γνώ­ρι­σε πο­τέ στό πα­ρελ­θόν, ὡς Ἐκ­κλη­σί­α, τούς αἱ­ρε­τι­κούς, ὅ­πως ἐ­πι­χεί­ρη­σε νά κά­νει ἡ ἐν λό­γῳ «Συ­νέ­λευ­ση τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων» στήν Κρή­τη. 

Ὡς πρός τό «Μή­νυ­μα» τῆς «Ἀρ­χι­ε­ρα­τι­κῆς Δι­α­σκέ­ψε­ως», αὐ­τό συ­νο­ψί­ζει τίς λη­φθεῖ­σες ἀ­πο­φά­σεις καί πα­ράλ­λη­λα προ­κα­λεῖ τή νο­η­μο­σύ­νη τῶν ἐ­νη­με­ρω­μέ­νων πι­στῶν. Συγ­κε­κρι­μέ­να, στήν πρώ­τη πα­ρά­γρα­φο τοῦ «Μη­νύ­μα­τος» ση­μει­ώ­νον­ται τά ἑ­ξῆς: «Βα­σι­κή προ­τε­ραι­ό­τη­τα τῆς Ἁ­γί­ας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου ὑ­πῆρ­ξε ἡ δι­α­κή­ρυ­ξη τῆς ἑ­νό­τη­τας τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας στη­ριγ­μέ­νη στή θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α καί τήν Ἀ­πο­στο­λι­κή δι­α­δο­χή τῶν Ἐ­πι­σκό­πων. Ἡ ὑ­φι­στα­μέ­νη ἑ­νό­τη­τα εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη νά ἐ­νι­σχύ­ε­ται καί νά φέ­ρει νέ­ους καρ­πούς». Τό εὔ­λο­γο ἐ­ρώ­τη­μα τῶν ἀ­να­γνω­στῶν τοῦ «Μη­νύ­μα­τος» αὐ­τοῦ εἶ­ναι: 

Πῶς δι­α­κη­ρύσ­σε­ται ἔ­τσι πα­νη­γυ­ρι­κά ἡ ἑ­νό­τη­τα τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­ταν εἶ­ναι γνω­στό, ὅ­τι σ’ αὐ­τήν τήν «Σύ­να­ξη» δέν πα­ρα­βρέ­θη­καν τέσ­σε­ρα Πα­τρι­αρ­χεῖ­α, πού ἀν­τι­προ­σω­πεύ­ουν συν­τρι­πτι­κά πε­ρισ­σό­τε­ρους πι­στούς, ἀ­π’ ὅ­σους ἀν­τι­προ­σω­πεύ­τη­καν ἀ­πό τούς δέ­κα Προ­κα­θη­μέ­νους, πού συμ­με­τεῖ­χαν σ’ αὐ­τήν; Καί πῶς γί­νε­ται μέ τό­ση ἄ­νε­ση ἡ ἀ­να­φο­ρά στή Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α, ὡς θε­μέ­λιο τῆς ἑ­νό­τη­τας, τή στιγ­μή πού ὑ­φί­στα­ται ἡ δι­α­κο­πή τῆς δι­α­μυ­στη­ρια­κῆς κοι­νω­νί­ας ἀ­νά­με­σα στά δύ­ο πρε­σβυ­γε­νῆ Πα­τρι­αρ­χεῖ­α τῶν Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων καί τῆς Ἀν­τι­ο­χεί­ας; Καί στήν ἴ­δια πα­ρά­γρα­φο ση­μει­ώ­νε­ται: «Ἡ Συ­νο­δι­κό­τη­τα δι­α­πνέ­ει τήν ὀρ­γά­νω­ση, τόν τρό­πο πού λαμ­βά­νον­ται οἱ ἀ­πο­φά­σεις καί κα­θο­ρί­ζε­ται ἡ πο­ρεί­α της». Ὑ­πάρ­χει, ὅ­μως, κά­ποι­α μαρ­τυ­ρί­α στήν Ἱ­στο­ρί­α τῶν Συ­νό­δων τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­που οἱ ἀ­πο­φά­σεις νά λαμ­βά­νον­ται μό­νον ἀ­πό τούς Προ­κα­θη­μέ­νους καί χω­ρίς τήν ψῆ­φο τῶν συμ­με­τε­χόν­των Ἀρ­χι­ε­ρέ­ων; 

Στήν τρί­τη πα­ρά­γρα­φο γί­νε­ται λό­γος γιά τούς Θε­ο­λο­γι­κούς Δι­α­λό­γους μέ τούς ἑ­τε­ρο­δό­ξους καί ση­μει­ώ­νε­ται χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά: «Οἱ δι­ά­λο­γοι, πού δι­ε­ξά­γει ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α δέν ση­μαί­νει πο­τέ συμ­βι­βα­σμό σέ ζη­τή­μα­τα Πί­στε­ως». Ἐ­δῶ, ὑ­πεν­θυ­μί­ζου­με ἐν­δει­κτι­κά καί πά­λι τά Κεί­με­να τοῦ B­a­l­a­m­a­nd, τοῦ P­o­r­to A­l­e­g­re, τῆς Ρα­βέν­νας, τοῦ P­u­s­s­an, τά ὁ­ποῖ­α ἔ­χουν σο­βα­ρές ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κές αἱ­ρέ­σεις. 

Ὅ­λα τά πα­ρα­πά­νω λέ­γον­ται μέ ἔμ­πο­νη ἀ­γά­πη καί σε­βα­σμό στήν Ἀρ­χι­ε­ρω­σύ­νη Σας, χω­ρίς καμ­μί­α ἄλ­λη ἐ­πι­δί­ω­ξη, πα­ρά μό­νο, ἐ­πει­δή θέ­λου­με νά μένουμε πάντοτε, ὡς ζῶντα μέλη, στό μυστηριακό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία Του. 




Μέ βα­θύ­τα­το σε­βα­σμό 
ἀσπάζομαι τήν δεξιά Σας 
Δη­μή­τριος Τσε­λεγ­γί­δης 
Κα­θη­γη­τής τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Α.Π.Θ.


Πρός τήν Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος 
Ἰ. Γεν­να­δί­ου 14 115 21 Ἀ­θή­να 
Κοι­νο­ποί­η­ση: σέ ὅ­λους τούς Ἱ­ε­ράρ­χες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος


Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.
Γέρων Νεκτάριος Μοναχός
Αγιορείτης 

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Για να σωθεί η Ελλάδα στους καιρούς τους ύστατους...


«Υπάρχουν χιλιάδες, εκατομμύρια Έλληνες που 
«πνίγονται» από τις αναθυμιάσεις του συστήματος, 
τον εξευτελισμό των τιμαλφών αξιών του Έθνους μας, 
την περιφρόνηση της Παιδείας μας 
που εφώτισε όλη την οικουμένη, 
που δακρύζουν για την κατάντια της πατρίδας μας, 
που ασφυκτιούν από την ανικανότητα 
που κυβερνά γονατισμένη…»

ΤΕΤΑΡΤΗ 3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ: ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛΑΪΔΗ




Την Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016, στον Ιερό Ναό Αγίου Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνη, στο Νεοχώρι Σιντικής Σερρών, θα τελεστεί στις 21.00 (εώς τις 01.00) αγρυπνία στην μνήμη του μακαριστού πατρός Ιωάννη Καλαΐδη. 

Πατήρ Ιωάννης ΚαλαΪδης: "Ο Θεός θα τιμωρήσει την Αμερική γεωλογικά και βιολογικά". 

ΠΗΓΗ: ΗΓΓΙΚΕΝ blog

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

Μητρ. Μόρφου: Η Νέα Τάξη πραγμάτων δεν θέλει ανθρώπους με μνήμη, θέλει ανθρώπους καταναλωτές (ΒΙΝΤΕΟ)

21/07/2016

TI EIΠΕ ΓΙΑ ΤΟ  ΣΤΗ 
Ο  συνομιλεί με την Ελίτα Μιχαηλίδου στην Εκπομπή "Μαζί" του Ραδιοφωνικου Ιδρύματος Κύπρου και απαντά σε ερωτήσεις τηλεθεατών.

Κάντε κλικ εδώ για να δείτε το βίντεο




Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.
Γέρων Νεκτάριος Μοναχός
Αγιορείτης

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Συγκλονιστικές αποκαλύψεις του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Ραφαήλ για τα γεγονότα που εκτειλίσονται (Βίντεο)

ο Άγιος μεγαλομάρτυς Ραφαήλ

18/07/2016

Λίγες ημέρες πριν πραγματοποιηθεί το δημοψήφισμα στην Αγγλία με το γνωστό αποτέλεσμα της εξόδου της Αγγλίας από την Ευρώπη ο Άγιος μεγαλομάρτυς Ραφαήλ εμφανίστηκε σε ευλαβή Ελληνίδα του Λονδίνου και της είπε:

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

Ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης ἀποκαλύπτει τὸν οἰκουμενισμὸ - Ανοικτή επιστολή προς Πατριάρχη Αθηναγόρα

15/7/2016


Ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης ἀποκαλύπτει τὸν οἰκουμενισμὸ στὶς Θεολογικὲς σχολὲς καὶ τὸν ρόλο τῶν οἰκουμενιστῶν καθηγητῶν!







Ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης, Ὁμότιμος καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ,
παραχώρησε ἀποκλειστικὴ συνέντευξη στὸ «Ῥωμαίικο Ὁδοιπορικό», σχετικὰ μέ: 


α) Ἀπὸ πότε ἄρχισε ὁ οἰκουμενισμὸς στὶς Θεολογικὲς Σχολές ; 


β) Οἱ οἰκουμενιστὲς ἐξυπηρετοῦν ἄλλα συμφέροντα ἢ εἶναι οἰκουμενιστὲς ἐπειδὴ τὸ θέλουν ;



Διαβάστε ὁρισμένα ἀπὸ τὰ λεχθέντα τοῦ πατρὸς Θεοδώρου, στὶς ἐρωτήσεις ποὺ τοῦ θέσαμε:...




-Ὅλος ὁ οἰκουμενισμὸς κατευθύνεται ἀπὸ τοὺς μασσώνους

-Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἑνότητα πρέπει νὰ εἶναι συνδεδεμένες μὲ τὴν Ἀλήθεια, ἀλλιῶς εἶναι ψευτοαγάπη καὶ ψευτοενότητα. Ὅταν βοηθήσουμε πνευματικά τούς ἑτεροδόξους - αἱρετικοὺς νὰ δοῦν ὅτι εἶναι σὲ πλάνη, τότε θὰ δείξουμε πὼς τοὺς ἀγαποῦμε. 

-Τὸ νὰ συμπλέεις τώρα μὲ τοὺς οἰκουμενιστὲς καὶ τὸν οἰκουμενισμό, αὐτὸ βοηθάει στὴν ἐπιστημονική σου καριέρα, στὶς ἀκαδημαϊκὲς θέσεις – ἐξελίξεις, συνέδρια κλπ 

-Δὲν δίσταζα νὰ ἐκφράζω τὶς θέσεις μου καὶ κινδύνευσα νὰ ἀπολυθῶ. 

-Μία μερίδα καθηγητῶν εἶναι στὰ κέντρα λήψεως ἀποφάσεων (Π.Σ.Ε., Μασσωνία, Σιωνισμὸς)

-Ἄλλη μερίδα τὰ ἔχουν καλὰ μὲ τοὺς οἰκουμενιστὲς γιατί θέλουν νὰ πρωοθοῦνται





ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ


Τοῦ Φώτη Κόντογλου (Ἀπρίλιος 1965)


ἐπιθυμία τῆς ὑμ. Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμῖν νὰ ὑποταχθῆ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν καὶ ἡ ἐκ μέρους σας ἀνεξήγητος σπουδή, ἐπλήρωσε τὴν καρδίαν μας ἀφάτου θλίψεως καὶ ἀθυμίας. Τὰ ὦτα μας ἀκόμη συρίζουν ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα.


Ὀρθόδοξος ποίμνη ἐδιχάσθη. Οἱ μὲν σᾶς ἠκολούθησαν εἰς τὸν ὀλισθηρὸν δρόμον τὸν ἀπάγοντα εἰς τὴν ἀπώλειαν, οἱ δὲ παρέμειναν ἑδραῖοι καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν τῶν πατέρων των, ἀποτροπιαζόμενοι καὶ εἰς μόνην τὴν σκέψιν ὅτι ὁ Οἰκουμ. Πατριάρχης ἐνηγκαλίσθη τὸν Πάπαν καὶ ἐμολύνθη ἀπὸ τὸ βδέλυγμα τοῦτο τῆς ἀσεβείας.


κεῖνοι, οἵτινες σᾶς ἠκολούθησαν, ἤσαν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν, ὄντες ὑλόφρονες, ματαιόδοξοι, ἄπιστοι, καὶ ξενόδουλοι κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Ἔσπευσαν λοιπὸν νὰ συνταχθῶσι μὲ τὸν «κόσμον», μὲ τὸν ἁμαρτωλὸν κόσμον τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως, τῆς ἄνευ ταλαιπωριῶν καὶ ἀγῶνος ζωῆς, «εἰς τὴν ὧδε μένουσαν πόλιν», μὴ ἐπιζητοῦντες «τὴν μέλλουσαν», ὡς ἀνύπαρκτον καὶ μὴ πιστευτὴν εἰς αὐτούς.


Οἱ ἄλλοι ὅμως, οἱ πιστοί, παρέμειναν ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν, εἰς τὴν χώραν τῆς πενίας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, βέβαιοι ὄντες ὅτι ἐν μέσῳ αὐτῶν παρίσταται ὁ Κύριος, ὁ εἰπῶν ὅτι ἡ Ἐκκλησία Αὐτοῦ θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριον, τὴν περιφρόνησιν, τὴν πτωχείαν, τὸν ἐμπαιγμόν, τὰ ὁποῖα θὰ εἶναι ἡ ἀντιμισθία τῆς σθεναρᾶς ὁμολογίας των εἰς τοῦτον τὸν κόσμον.


Εἰς τὰ ὦτα των ἠχοῦν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθησις καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁ εὐλογημένος κλῆρος τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιον στόμα του εἶπεν ἀκόμη: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν βιασταὶ εἰς τὴν παράταξιν τῶν ἀμάχων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, διὰ νὰ ζήσουν ἐν ἡσυχία καὶ
ἀπολαύσει τῶν ἐγκοσμίων ἀγαθῶν;


Καὶ σεῖς οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ τί εἴδους ποιμένες εἶσθε; Τὰ πρόβατα τὰ ὁποῖα σᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστὸς τὰ παραδίδετε εἰς τοὺς λύκους. Συναυλίζεσθε μὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου τοῦ παρερχομένου, διότι ἐζηλώσατε τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ οὐχὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.


πετάξατε τὴν πίστιν εἰς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἵτινες ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸν σατανᾶν.

Παρεδόθητε καὶ παρεδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, εἰς τὸν κατέχοντα τὴν ὕλην, τὸν χρυσόν, τὰς ἐφευρέσεις καὶ τὰς μηχανᾶς, αἱ ὁποῖαι καταπλήττουν τὰ πλήθη, ὡς θαύματα τοῦ ἀντιχρίστου.


Παρεδόθητε καὶ παρεδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν, «τὴν κενὴν ἀπάτην», τὴν διδασκομένην εἰς τὰς χώρας τῆς ἀθεΐας καὶ τῆς ἀπογνώσεως, ὅπου οὐκ ἔστιν οὐδὲ ὀσμὴ τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.


Καὶ ταῦτα, διότι δὲν εἶσθε οἱ ποιμένες οἱ καλοί, οἱ θυσιάζοντες τὴν ζωὴν αὐτῶν ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ ὁδηγοῦντες αὐτὰ εἰς τοὺς εὐώδεις λειμώνας τῆς ἀθανάτου ζωῆς. Σεῖς εἶσθε οἱ μισθωτοὶ ποιμένες, καὶ κατὰ τὸ πανάγιον στόμα τοῦ Κυρίου «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἔστι ποιμὴν» (Ἰω. ι’, 12). Εἶσθε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου, διὰ τὴν δόξαν καὶ τὸν πλοῦτον τῶν ὁποίων ἐργάζεσθε. Καὶ ἅπαξ εἶσθε οἱ δοῦλοι τοιούτων κυρίων, εἶσθε ὠπλισμένοι μὲ τὰ ὅπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποῖα ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ τὰ ἀναγκάσητε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.


λλὰ αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀπεκδέχονται τὸ μαρτύριον ὡς λύτρωσιν καὶ ὡς ἀψευδὲς σημεῖον, ὅτι θὰ λάβουν τὸν ἀμάραντον στέφανον ἀπὸ τὸν ἀγωνοθέτην Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.


Ναί! Εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσωμεν μετὰ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τὴν ὁποίαν κρατοῦμεν ὡς τὸν μέγιστον θησαυρόν. Μακαρίζομεν τοὺς ἑαυτούς μας, διότι θὰ διωχθῶμεν καὶ θὰ ἀποθάνωμεν ὑπὲρ πίστεως καὶ ἀληθείας.

κονίσατε τὴν μάχαιραν τῆς αἰσχύνης. Ἀποστείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποῖα σᾶς δορυφοροῦν καὶ μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι πάντοτε πάνοπλος ἡ ἀποστασία.

ποστείλατέ τα ἐναντίον μας. Ἤδη εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος ἐνεφανίσθη τὸ αἱματωμένον καὶ ἀποτρόπαιον φάσγανον τῆς βίας, διὰ νὰ ἐνσπείρη τὸν τρόμον εἰς τὰς ἁγίας καρδίας τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ τῶν ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἐν δοκιμασίαις, ἐν στερήσει, ἐν τελείᾳ ἀπαρνήσει τοῦ σαρκίου των, διὰ νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Κύριον.


Τὸ φρικτὸν πρόσωπον τῆς βίας ἐμφανίζεται ὡς τὸ τῆς μυθικῆς κεφαλῆς τῆς Μεδούσης εἰς τὸν ἁγιασμένον κῆπον τῆς Παναγίας. Καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ τοῦ βδελύγματος τῆς βίας εὑρίσκεσθε σεῖς, οἱ «ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρίδουλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεΐας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ πάσης ἀκολασίας.


Σπαράξατε τοὺς ἀθώους, τοὺς ἁγίους ὁμολογητᾶς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες. Σπαράξατε τὴν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱ Καίσαρες τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεΐας. Εἶναι καιρὸς ὅμως ν’ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ’ ὅσον αὔτη δὲν ἀπατᾶ πλέον κανένα.

«Ὁ ποιεῖτε, ποιήσατε τάχιον!».

____________________________________________________________________________

* «Ο.Τ.», Ἀπρίλιος 1965.

ΠΗΓΗ: «ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΑ»

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ», ΑΘΗΝΑΙ 1993

http://www.impantokratoros.gr/dat/storage/dat/589E6AF7/KONTOGLOU.pdf




Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.
Γέρων Νεκτάριος Μοναχός
Αγιορείτης 



Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

Ενημέρωση για την αυριανή σημαντική ανάρτηση. Ο καιρός γαρ Εγγύς

10/07/2016




Σύμφωνα με την επιθυμία του Γέροντος Νεκταρίου θα αναρτήσουμε αύριο το βράδυ 11/07/2016 και ώρα 20:00 την γνωστή από παλιά Kουτλουμουσιανή προφητεία του ανωνύμου. Η ανάρτηση οφείλεται στην επικαιροποίηση της παρούσας προφητείας λόγο της υλοποίησης του 13 σημείου "Αγγλία εις μόνους Σάξονας", με το δημοψήφισμα των Άγγλων πολιτών να βγάλουν την πατρίδα τους έξω από την Ευρώπη. "Η πατρίδα τους να ανήκει μόνο σε αυτούς και όχι να την μοιράζονται με άλλους λαούς της Ευρώπης". Κατανοούμε όλοι ότι ανοίγει διάπλατα ο δρόμος και μένει να μας αποκαλυφθεί ο χρόνος της υλοποίησης της 14ης προφητείας η οποία μας αφορά σαν λαό άμεσα προσβλέποντας στην λάμψη της Ορθοδοξίας και την δόξα της Ελλάδας. 


Τέλος θα αναρτηθεί το κείμενο με την περιγραφή του θαύματος της συνάντησης του προέδρου της Συρίας Άσαντ με την Παναγία Σαντανάγια στο μοναστήρι της. Καλή ανάγνωση. 



Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.

Γέρων Νεκτάριος Μοναχός

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος: Γιατί δεν υπέγραψα το κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον»







Του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Έχουν δηµοσιευθεί διάφορα σχόλια σχετικά µε την στάση που τήρησα ως προς το κείµενο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας µε τίτλο: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον». Άλλοι γράφουν ότι δεν το υπέγραψα, άλλοι ότι το υπέγραψα µε επιφυλάξεις και άλλοι ότι το υπέγραψα.
Με την δήλωσή µου αυτή επιβεβαιώνω ότι πραγµατι δεν υπέγραψα αυτό το κείµενο, και επί πλέον εξέφρασα τις επιφυλάξεις µου για τα κείµενα «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κοσµω» και «Το Μυστήριον του Γαµου και τα κωλύµατα αυτού», σε συγκεκριµένα σηµεία, τα οποία ανέπτυξα κατά τις Συνεδριάσεις.
Ειδικά για το πρώτο κείµενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον» θέλω να πω ότι όντως δεν το υπέγραψα µετά από βαθειά σκέψη, έχοντας θεολογικά κριτήρια. ∆εν είναι καιρός ακόµη να αναπτύξω όλα τα ιστορικά και θεολογικά επιχειρήµατά µου, πραγµα το οποίο θα το κάνω όταν αναλύσω γενικότερα όλες τις διαδικασίες και την ατµόσφαιρα που διέγνωσα κατά την διεξαγωγή των Συνεδριών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Εδώ θα αναφέρω επιγραµµατικά µερικούς ειδικούς λόγους.

1. Θεωρώ ότι δεν πέρασαν όλες οι οµόφωνες αποφάσεις της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, όχι µόνον ως προς την φράση «η Ορθόδοξος Εκκλησία γνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Οµολογιών και Κοινοτήτων» αλλά και σε τέσσερεις - πέντε άλλες περιπτώσεις. Επέλεξα από την αρχή να αποδεχθώ την συµµετοχή µου στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο ως µέλος της αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανέµενα οµως τις αποφάσεις της Ιεραρχίας του Μαίου 2016 προκειµένου να αποφασίσω τελικώς για το αν θα παραστώ. Όταν διεπίστωσα ότι οι αποφάσεις της Ιεραρχίας ήταν σηµαντικές και οµόφωνες κατέληξα στο να συµµετάσχω στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο προκειµένου να τις υποστηρίξω.
2. Προβληµατιζόµουν από την αρχή µε την όλη δοµη και σκέψη του κειµένου, διότι προήλθε από την συνένωση δύο διαφορετικών κειµένων, αλλά µέχρι τέλους ήλπιζα στις διορθώσεις του, µε τις προτάσεις και των άλλων
Εκκλησιών.
Οµως τελικά παρατήρησα ότι οι διορθώσεις που προτάθηκαν από τις Εκκλησίες δεν πέρασαν όλες στο κείµενο για διαφόρους λόγους. Ο Μητροπολίτης Περγάµου, ο οποίος, προφανώς ως Συµβουλος, µε την προτροπή του Πατριάρχου ήταν τελικός αξιολογητής των προτάσεων ή τις απέρριπτε ή τις διόρθωνε ή τις υιοθετούσε και γινόταν αποδεκτή η αξιολόγησή του από την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και τις άλλες Εκκλησίες.
Έτσι, το κείµενο κατά την άποψή µου δεν ήταν ώριµο για να εκδοθή από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, αφού µέχρι την τελευταία στιγµη, πριν την υπογραφή του, διορθωνόταν και επεξεργαζόταν, ακόµη και στην µετάφρασή του στις τρεις άλλες γλώσσες, γαλλικά, αγγλικά και ρωσικά. Αυτός ήταν ο λόγος που µερικές Εκκλησίες από την αρχή ζήτησαν την απόσυρση του
κειµένου για περαιτέρω επεξεργασία. Επίσης, το κείµενο είναι περισσότερο διπλωµατικό και ο καθένας µπορεί να το χρησιµοποιήση κατά τις προτιµήσεις του.

Όπως υποστήριξα στην Συνεδρίαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, το κείµενο δεν έχει αυστηρή εκκλησιολογική βάση, και το θεµα τι είναι Εκκλησία και ποια είναι τα µέλη της ήταν ένα από τα 100 σχεδόν θεµατα που είχαν προταθή για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, αλλά εν τω µεταξύ εξέπεσε, µε την προοπτική να γίνη ευρύτερη συζήτηση και διάλογος και µετά να αποφασισθή σχετικώς. Έπρεπε, εποµένως, πρώτα να συζητηθή και ορισθή τι είναι Εκκλησία και ποια είναι τα µέλη της και έπειτα να καθορισθή η θέση των ετεροδόξων.
Επίσης, εάν υπέγραφα το κείµενο αυτό, στην πράξη θα αρνιόµουν όλα όσα κατά καιρούς έχω γράψει σε θεµατα εκκλησιολογίας επί τη βάσει των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Και αυτό δεν µπορούσα να το πράξω.

3. ∆εν είναι δυνατόν να κατανοηθή πλήρως το γιατί αρνήθηκα την υπογραφή µου, εάν δεν δώσω και µερικές πληροφορίες γιατί οι αντιπρόσωποι της Εκκλησίας της Ελλάδος άλλαξαν εκείνη την στιγµη την οµόφωνη απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας. Ως γνωστόν η αρχική απόφαση της Ιεραρχίας του Μαίου 2016 ήταν ότι «η Ορθόδοξος Εκκλησίας γνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Οµολογιών και Κοινοτήτων», και αυτή τροποποιήθηκε µε την πρόταση «η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονοµασίαν άλλων ετεροδόξων Χριστιανικών Εκκλησιών και Οµολογιών». Η διαφορά µεταξύ των δύο φράσεων είναι εµφανής.
Την Παρασκευή που συζητείτο το συγκεκριµένο κείµενο η συζήτηση έφθασε σε αδιέξοδο στην έκτη παράγραφο, όπου γινόταν λόγος για την ονοµασία των Ετεροδόξων. Η Εκκλησία της Ρουµανίας πρότεινε να λέγωνται «Οµολογίες και Ετερόδοξες Κοινότητες». Η Εκκλησία της Κύπρου πρότεινε να λέγωνται «Ετερόδοξες Εκκλησίες». Και η Εκκλησία της Ελλάδος πρότεινε
να λέγωνται «Χριστιανικές Οµολογίες και Κοινότητες». Επειδή η Εκκλησία της Ρουµανίας απέσυρε την πρότασή της, γινόταν συζήτηση µεταξύ της προτάσεως της Εκκλησίας της Κύπρου, που γινόταν αποδεκτή από άλλες Εκκλησίες, και της προτάσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σε ειδική σύσκεψη της αντιπροσωπείας µας την Παρασκευή το µεσηµέρι αποφασίσθηκε να παραµείνουµε σταθεροί στην απόφαση της Ιεραρχίας και να προταθούν εναλλακτικές λύσεις, ήτοι να γραφή «η Ορθόδοξος Εκκλησία γνωρίζει την ύπαρξιν ετεροδόξων» ή «άλλων Χριστιανών» ή «µη Ορθοδόξων Χριστιανών».

Επειδή δεν γίνονταν αποδεκτές οι προτάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Οικουµενικός Πατριάρχης στην απογευµατινή Συνεδρίαση της Παρασκευής πρότεινε δηµοσίως να γίνη συνάντηση µεταξύ του Μητροπολίτου Περγάµου και εµου προκειµένου να βρεθή λύση. Ο Μητροπολίτης Περγάµου δεν φάνηκε διατεθειµένος για κάτι τέτοιο και εγώ δήλωσα ότι δεν είναι θεµα προσωπικό για να αναλάβω τέτοια ευθύνη, αλλά είναι θεµα όλης της αντιπροσωπείας. Τότε ο Οικουµενικός Πατριάρχης πρότεινε στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών να βρεθή οπωσδήποτε λύση.
Το Σάββατο το πρωί πριν την Συνεδρίαση, η αντιπροσωπεία µας συναντήθηκε για να αποφασίση σχετικώς. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυµος, φερόµενος δηµοκρατικά, ανέφερε ότι υπάρχουν τρεις συγκεκριµένες λύσεις. Η πρώτη να παραµείνουµε στην απόφαση της Ιεραρχίας· η δεύτερη να καταθέσουµε µια νέα πρόταση, για την οποία δεν γνωρίζω πως προέκυψε και ποιος την πρότεινε, ήτοι «η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονοµασίαν άλλων ετεροδόξων Χριστιανικών Εκκλησιών και Οµολογιών» µε το ιδιαίτερο σκεπτικό· και η τρίτη να δεχθούµε την πρόταση της Εκκλησίας της Κύπρου, που έκανε λόγο για «ετερόδοξες Εκκλησίες». Έγινε συζήτηση και ψηφοφορία µεταξύ των µελών της αντιπροσωπείας µας πάνω στις τρεις προτάσεις. Προσωπικά υποστήριξα την πρώτη πρόταση µε τις εναλλακτικές της διατυπώσεις που αναφέρθησαν προηγουµένως, ενώ όλοι οι άλλοι παρόντες εψήφισαν την δεύτερη νέα πρόταση.
Θεώρησα ότι αυτή η πρόταση δεν ήταν η πλέον ενδεδειγµένη από πλευράς ιστορικής και θεολογικής και δήλωσα αµέσως ενώπιον όλων των παρόντων ότι δεν θα υπογράψω το κείµενο αυτό, εάν κατατεθή αυτή η πρόταση, χάριν οµως της ενότητος θα επέχω από την περαιτέρω συζήτηση. Εποµένως, δεν θα µπορούσα και για τον λόγο αυτό να υπογράψω το κείµενο.

4. Ένας ακόµη λόγος, που δεν είναι βέβαια και ουσιαστικός, αλλά έχει ένα ειδικό βάρος είναι ότι ασκήθηκε έντονη λεκτική κριτική προς την Εκκλησία της Ελλάδος για την απόφασή της. Βέβαια, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυµος απέρριψε µε πολύ σηµαντικό λόγο την υβριστική αυτή τοποθέτηση. Τελικά, οµως, η αντίδραση αυτή έπαιξε έναν ψυχολογικό ρόλο στην διαµόρφωση της άλλης πρότασης. Τουλάχιστον εγώ προσωπικά δέχθηκα σοβαρή πίεση και υβριστική αντιµετώπιση από Ιεράρχες για την στάση µου, πληροφορήθηκα δε ότι πιέσεις δέχθηκαν και άλλοι Αρχιερείς της Εκκλησίας µας. Και επειδή πάντοτε ενεργώ µε ψυχραιµια, νηφιαλιότητα και ελευθερία, δεν µπορούσα να αποδεχθώ τέτοιες υβριστικές πρακτικές.
Αυτοί είναι οι βασικότεροι λόγοι που µε έκαναν ενσυνειδήτως και θεολογικώς να αρνηθώ την υπογραφή µου. Βέβαια, στο τελικό κείµενο που δηµοσιεύθηκε χρησιµοποιήθηκε και το όνοµα µου ως δήθεν υπογράψαντα το κείµενο, προφανώς διότι ήµουν µέλος της αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Αυτά είναι µερικά στοιχεία από όσα έγιναν για το θεµα αυτό. Περισσότερα θα γράψω αργότερα, όταν θα αναλύσω και την προβληµατική – από πλευράς ιστορίας και θεολογίας– της τελικής πρότασης που υπέβαλε η Εκκλησία της Ελλάδος και πέρασε στο επίσηµο κείµενο.


Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 

Παναγία Αρβανίτισσα 

να σας ευλογούν.

Γέρων Νεκτάριος Μοναχός

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Πατριαρχείο Αντιοχείας: ''Αρνούμαστε την ονομασία Αγία και Μεγάλη Σύνοδος''

05/07/2016


Συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Αντιοχείας, η οποία ασχολήθηκε με το θέμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ:
Κλείνοντας την έβδομη έκτακτη συνεδρία Της, η οποία είχε ανοίξει τῇ 25ῃ Μαΐου 2016, συνήλθε, τῇ 27ῃ Ιουνίου 2016, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Αντιοχείας, υπό την προεδρία της Αυτού Θειοτάτης Μακαριότητος του Πατριάρχου Αντιοχείας και πάσης Ανατολής κ. Ιωάννου Ι΄, με την συμμετοχή των Σεβασμιωτάτων Αρχιερέων της Αγιοτάτης και Αποστολικής Εκκλησίας της Αντιοχείας.
Οι Πατέρες της Συνόδου απηύθυναν τις πατρικές Τους ευχές προς τα τέκνα τους επί τῇ ευκαιρίᾳ της εορτής των Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, των και Ιδρυτών της Εκκλησίας της Αντιοχείας, ὲν ᾖ πρώτον ὡνομάσθησαν οἱ μαθηταί χριστιανοί, και τα τέκνα της Οποίας μαρτυρούν την εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού, ειδικά εις την Αντιόχεια, την μαρτυρική Συρία, τον βασανισμένο Λίβανο, τον ματωμένο Ιράκ, και εις τα κράτη του Αραβικού Κόλπου και τις Ιερές Μητροπόλεις της διασποράς στις δύο Αμερικές, την Αυστραλία και την Ευρώπη.
Οι Πατέρες της Συνόδου μνημόνευσαν τον Αδελφό Τους Μητροπολίτη Χαλεπίου Παύλον Yazigi, η απαγωγή του Οποίου συνέβη πριν από τρία και πλέον έτη συνοδευόμενη από την εκούσια τύφλωση όλων, και ο Οποίος παραμένει πάντοτε παρών στις προσευχές και τις δεήσεις των πιστών, αλλά και καθημερινά στη μαρτυρία της Εκκλησίας, μαζί με τον συνέταιρό Του Μητροπολίτη Ιωάννη και όλους τους απαχθέντες.
Οι Πατέρες της Συνόδου προσευχήθηκαν και υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όλων των μαρτυρησάντων διά τη Χριστιανική τους Πίτση, ζητώντας τις προσευχές τους ενώπιον του Θρόνου του Θεού για να στερεώσει την Εκκλησία Του και να δώσει δύναμη και σοφία στα Τέκνα Του ώστε να μαρτυρούν πιστώς την εκ νεκρών Ανάσταση του Χριστού ενταύθα και εν τῷ παρόντι.
Οι Πατέρες επανεξέτασαν το θέμα της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η σύγκληση της Οποίας προετοιμάζεται για περισσότερα από πενήντα χρόνια.
Την αναβολή της Οποίας εζήτησε η Εκκλησία της Αντιοχείας δια την ενίσχυση της ενότητος της Καθολικής Ορθοδοξίας, ώσπου να εξασφαλιστεί η Ορθόδοξος ομοφωνία περί των επίμαχων θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της Συνόδου, και να εκπληρωθούν οι εκκλησιολογικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή όλων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Επειδή αυτό το αίτημα της Εκκλησίας της Αντιοχείας δεν βρήκε ανταπόκριση, μαζί με το αίτημα των Εκκλησιών της Ρωσίας, της Βουλγαρίας και της Γεωργίας, για την αναβολή της Συνόδου, και επειδή η Σύνοδος, η Οποία αρχικώς ήταν προορισμένη να είναι Πανορθόδοξος, συγκλήθηκε με την απουσία τεσσάρων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, το ποίμνιο των Οποίων περιλαμβάνει περίπου το μισό πληθυσμό του συνόλου των Ορθοδόξων Πιστών ανά τον κόσμο,
Επειδή η πρόσκληση στη Συνέλευση παρέλειψε ώς βάση της Ορθοδόξου Συνοδικότητος την πλήρη Ευχαριστιακή Κοινωνία μεταξύ των Εκκλησιών, η Οποία είναι δημιουργικό και θεμελιώδες στοιχείο αυτής της Συνοδικότητος, αγνοώντας την επίλυση του ζητήματος της εισπήδησης του Πατριαρχείου Ιερουσολήμων στα όρια του Πατριαρχείου Αντιοχείας πριν την σύγκληση της Συνόδου, δια της αποφάσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου να αναβληθούν οι διαπραγματεύσεις πέραν της Συνόδου,
Επειδή οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις των συνέδρων Αυτής κατηγόρησαν αδίκως τις απουσιάζουσες Εκκλησίες και αποστασιοποιήθηκαν από την απόδοση οποιασδήποτε μορφής κατηγορίας στην πλευρά η οποία διαχειριζόταν το προπαρασκευαστικό στάδιο της Συνόδου,
Και μετά την εξέταση της ατμόσφαιρας, των δηλώσεων και των τοποθετήσεων της εν τῇ Νήσῳ της Κρήτης γενομένης Συνέλευσης, αλλά και των αντιφάσεων οι οποίες κυκλοφορούσαν προσφάτως, ενέκριναν τις ακόλουθες παρατηρήσεις:


• Οι Πατέρες διαβεβαιώνουν ότι η Πανορθόδοξος Συνεργασία έχει ως βάση Της την συμμετοχή και την ομοφωνία όλων των Ορδθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Και υπενθυμίζουν ότι αυτή η αρχή δεν είναι καινοτομία ή μία αναδυόμενη θέση του Πατριαρχείου Αντιοχείας, αλλά αποτελεί μία ορθόδοξο σταθερή βάση, την οποίαν εθεμελίωσε ο τρισμακάριστος Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας ξεκινώντας τις προπαρασκευαστικές εργασίες της Συνόδου, και επί τῇ ιδίᾳ συνέχισε μετέπειτα ο Πατριάρχης Δημήτριος, κατά την εποχή του Οποίου εγκρίθηκαν οι Κανονισμοί των Προκαταρκτικών Συνελεύσεων της Μεγάλης Συνόδου, των οποίων τα Άρθρα δηλώνουν σαφέστατα ότι η πρόσκληση οποιασδήποτε Συνοδικής Εργασίας, έστω σε προπαρασκευαστικό επίπεδο, γίνεται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη μετά την συγκατάθεση όλων των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, και ότι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται με την ομοφωνία όλων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών και ύστερα αποστέλλονται στη Μεγάλη Σύνοδο.


• Οι Πατέρες, επίσης, υπενθυμίζουν ότι και ο Παναγιώτατος νυν Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος επιβεβαίωσε αυτόν τον κανόνα στις προπαρασκευαστικές εργασίες της Μεγάλης Συνόδου, ειδικά, όταν αποφάσισε να αναστείλει τις εργασίες της Προπαρασκευαστικής Επιτροπής το έτος 1999 λόγῳ της απόσυρσης μίας Εκκλησίας από την αναφερόμενη Σνέλευση. Και αυτό οδήγησε σε στάση των προπαρασκευαστικών εργασιών της Μεγάλης Συνόδου για δέκα χρόνια. Και οι Πατέρες αναρωτιούνται πώς η απουσία μίας και μόνο Εκκλησίας οδήγησε στην αναστολή των προπαρασκευαστικών εργασιών της Συνόδου, ενώ μερικοί θεωρούν ότι η "Μεγάλη Σύνοδος" δύναται να συγκληθεί με την απουσία τεσσάρων Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών!


• Οι Πατέρες παρατηρούν ότι η αρχή της ομοφωνίας επιβεβαιώθηκε και όταν συνεχίστηκε εκ νέου η προπαρασκευαστική εργασία της Συνόδου το έτος 2009, και ότι στην Τέταρτη Προκαταρκτική Σενέλευση του 2009, η Αντιπροσωπεία του Πατριαρχείου Αντιοχείας, δια στόματος του μακαριστού συμβούλου Της κ. Alber Laham, τόνισε την αναγκαιότητα της διατηρήσεως της ομοφωνίας στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, υπενθυμίζοντας ότι στην περίπτωση μην επιτεύξεως της ομοφωνίας περί κάποιου θέματος, αποστέλλεται αυτό το θέμα και πάλι στην Προπαρασκευαστική Επιτροπή για περαιτέρω εξετάσεως, όπως προβλέπει ο Κανονισμός των Ορθοδόξων Προκαταρκτικών Συνελεύσεων. Η πρόταση αυτή έλαβε τότε την αποδοχή όλων των συμμτεχουσών Εκκλησιών, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου εκείνης της Συνελεύσεως, και η πρόταση αυτή ήταν η βάση επί τῇ οποίᾳ επιτεύχθηκε η λήψη της αποφάσεως σχετικά με το θέμα της Ορθοδόξου Διασποράς και τών Επισκοπικών Συνελεύσεων.


• Οι πατέρες επαναλαμβάνουν με έμφαση ότι η θέση του Πατριαρχείου Αντιοχείας, η οποία καλεί στην επίτευξη της ομοφωνίας διά της εξασφαλίσεως της ομοφωνίας όλων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών περί όλων των θεμάτων, είχε από την αρχή ως στόχο την διασφάλιση της Ορθοδόξου Ενότητος κατά την προπαρασκευαστική περίοδο σύμφωνα με την σταθερή Ορθόδοξο Παράδοση. Η Εκκλησία της Αντιοχείας δεν ανέμενε να μετατραπεί αυτή η προϋπόθεση, την οποία ήθελε μόνο να επαναδιατυπώσει, σε επίμαχο θέμα, ή να παρακαμφθεί αυτή η σταθερή αρχή από εκείνους οι οποίοι αρχικώς την καθιέρωσαν και την υπερασπίστηκαν εξ' αρχής θεωρώντας την ώς διασφάλιση της Ορθόδοξου Ενότητος, η οποία δεν επιτυγχάνεται στην περίπτωση απομακρύνσεως έστω και μίας Εκκλησίας από τη συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, ή στην περίπτωση της αγνόησης των προτάσεών Της. Εδώ, πρέπει να σημειωθεί ότι η Συνέλευση των Προκαθημένων του 2014 ενέκρινε αυτόν τον κανονισμό αποφασίζοντας ότι "Ἅπασαι αἱ ἀποφάσεις, κατά τε τήν Σύνοδον καί κατά τό προπαρασκευαστικόν αὐτῆς στάδιον, λαμβάνονται καθ᾿ ὁμοφωνίαν". Και οι Πατέρες αναρωτιούνται: Πώς επιτυγχάνεται αυτή η ομοφωνία υπό το φώς της απόρριψης των αποφάσεων Αυτής της εν λόγῳ Συνελεύσεως (2014), αλλά και της Συνελεύσεως του Σαμπεζύ (2016), εκ μέρους του Πατριαρχείου Αντιοχείας; Και πώς επιτυγχάνεται η ομοφωνία στην Κρήτη με την απουσία τεσσάρων Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών;


• Οι Πατέρες διαβεβαιώνουν ότι η θέση της Εκκλησίας της Αντιοχείας, η οποία ζητά την αναβολή της συγκλήσεως της Μεγάλης Συνόδου στην περίπτωση μην επιτεύξεως της ομοφωνίας περί όλων των θεμάτων Της, δεν αποτελεί αναδυόμενη ή παροδική θέση. Το Πατριαρχείο Αντιοχείας δήλωσε αυτή τη θέση Του σαφέστατα σε όλα τα προπαρασκευαστικά στάδια της Συνόδου κατά τα δύο τελευταία χρόνια, εν αρμονίᾳ με το ρόλο τον οποίο διαδραμάτιζε πάντοτε η Αντιόχεια, ο οποίος και αρνήθηκε ανέκαθεν την αγνόηση οποιασδήποτε Αυτοκεφάλου Εκκλησίας στην Πανορθόδοξο Συνεργασία. Συνεπώς, όλα όσα δημοσιεύθηκαν στα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως περί σιωπηρής αποδοχής της συμμετοχής στη Σύνοδο εκ μέρους της Εκκλησίας της Ατιοχείας δεν είναι σωστά, καθώς, και όλες οι αναλύσεις περί των πολιτικών διαστάσεων της απουσίας του Πατριαρχείου Αντιοχείας από την Συνέλευση της Κρήτης, οι οποίες κυκλοφορούν προσφάτως, παραμένουν στο πλαίσιο πολιτικών αναλύσεων και απέχουν πολύ της αλήθειας. Η "κατ' Οικονομίαν" αποδοχή της συμμετοχής στις προπαρασκευαστικές εργασίες της Συνόδου εκ Μέρους του Πατριαρχείου Αντιοχείας δεν σημαίνει την εγκατάλειψη των προαναφερθέντων θέσεών Του, αλλά επιβεβαιώνει την συνέχιση της καταβολής των προσπαθειών δια την εξάλειψη των εμποδίων, τα οποία εκώλυον, και συνεχίζουν να κωλύουν, την σύγκληση της Συνόδου.


• Οι Πατέρες απορούν για την θέση μερικών Εκκλησιών, οι οποίες καλούσαν τελευταίως στην παράκαμψη του Κανονισμού Ομοφωνίας, ή και προσπαθούν να τον ερμηνεύσουν εν αντιθέσει προς αυτό που προβλέπεται στους Κανονισμούς των Προκαταρκτικών Ορθοδόξων Συνελεύσεων, τους οποίους ενέκριναν και συνυπέγραψαν όλες οι αντιπροσωπείες το 1986, και επί τῇ βάσει τους λειτουργούσαν όλες κατά την Πέμπτη Προκαταρκτική Συνέλευση τον Οκτώμβριο του 2015. Καθώς και απορούν για τις θέσεις, οι οποίες εκφράζονται τελευταίως υποδηλώνοντας ότι η σύγκληση της Συνόδου στην προγραμματισμένη ημενρομηνία είναι σημαντικότερη από Συνοδικότητα της Εκκλησίας και την Ενότητά Της. Σε αυτόν τον τομέα, η Εκκλησία της Αντιοχείας ευχαριστεί όλες τις Εκκλησίες οι οποίες υποστήριξαν την σωστή θέση Της, ιδιαίτερα τις Αγιοτάτες Εκκλησίες της Ρωσίας, Γεωργίας, Βουλγαρίας και Σερβίας.


• Οι Πατέρες υπενθυμίζουν στους εν Κρήτη συναξάντας Αδελφούς Τους το περιεχόμενο του Άρθρου 17 του Κανονισμού των Προκαταρκτικών Συνελεύσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, το οποίο θεωρεί ότι: "σε περίπτωση μην επιτεύξεως της ομοφωνίας των αντιπροσωπειών περί κάποιου θέματος κατά την διάρκεια της συζητήσεώς του εν τῇ Συνελεύσει, δεν λαμβάνεται τότε απόφση περί αυτού, και αποστέλλεται εκ μέρους της Προπαρασκευαστικής Γραμματείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου προς εξέταση και περαιτέρω μελέτη και προετοιμασία σύμφωνα με τη γνωστή στο πανορθόδοξο επίπεδο διαδικασία ". Καθώς, και το περιεχόμενο του 4ου Άρθρου του ιδίου Κανονισμού, το οποίο επισημαίνει ότι: "κανένα θέμα δε δύναται να διαγραφεί ή να προστεθεί του Καταλόγου των Θεμάτων, τα οποία είχαν προπαρασκευαστεί με ομοφωνία σε πανορθόδοξο επίπεδο, τουλάχιστον μέχρι την ολοκλήρωση της εξετάσεώς τους. Και στη συνέχεια συγκαλείται η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος". Και οι Πατέρες αναρωτιούνται, πώς μπορεί να συγκληθεί η Μεγάλη Σύνοδος πρίν την εκπλήρωση της προπαρασκευαστικής εργασίας των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως, και με την ύπαρξη επιφυλάξεων δύο Αυτοκέφαλων Εκκλησιών στο κείμενο του εγγράφου "Ο Γάμος και τα Κωλύματά Του", και χωρίς την ρητή συγκατάθεση του Πατριαρχείου Αντιοχείας για την διαγραφή τριών βασικών θεμάτων εκ των διατάξεών της, δηλαδή του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου, των Διπτύχων και του Αυτονόμου και του τρόπου ανακηρύξεως αυτού.


• Οι Πατέρες της Συνόδου διαβεβαιώνουν ότι, απέναντι στην γνωστή πραγματικότητα την οποίαν δημιούργησε η Συνέλευση της Κρήτης και βιώνει ο Ορθόδοξος κόσμος, η ομοφωνία των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών παραμένει ο χρυσός κανόνας για την διασφάλιση της Ενότητος του Ορθοδόξου Κόσμου, και θεωρούν ότι αυτός ο κανόνας ήταν, και θα παραμένει, η σταθερή βάση, επί τῇ οποίᾳ στηρίζεται το μέλλον της Εκκλησίας, προκειμένου, ειδικά, να ξεπεραστούν οι επιπτώσεις της Συνελεύσεως της Κρήτης.


• Όσον αφορά τις φωνές οι οποίες θεωρούν την Συνέλευση της Κρήτης ως Οικουμενική Σύνοδο που λειτουργεί σύμφωνα με τους κανονισμούς της συγκλήσεως των Οικουμενικών Συνόδων, οι Πατέρες υπενθυμίζουν σε εκείνους τους αδελφούς ότι, και εκ της αρχής του Εικοστού Αιώνος, οι Ορθόδοξοι Αυτοκέφαλοι Εκκλησίες συμφώνησαν ότι, αντί για πρόσκληση σε Οικουμενική Σύνοδο, η πρόσκληση να είναι σε Πανορθόδοξο Σύνοδο, και όρισαν, στη Συνέλευση της Ρόδου 1961, την ημερήσια διάταξη και τους τρόπους λειτουργίας Της, συνεχίζοντας τις προετοιμασίες της συγκλήσεώς Της για περισσότερες από πέντε δεκαετίες. Και συμφώνησαν επίσης, λόγῳ του ειδικού χαρακτήρα αυτής της Συνόδου, να μην εκπροσωπηθούν όλοι οι Επίσκοποι της Ορθοδόξου Οικουμένης, όπως επιβάλλει η Ορθόδοξος Παράδοση, και ότι οι αποφάσεις Της λαμβάνονται με ομοφωνία όλων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών επί τῇ βάσει του κανονισμού ότι η κάθε Αυτοκέφαλος Εκκλησία έχει μία ψήφο. Ως εκ τούτου, η πορεία αυτή αντικρούει κάθε ισχυρισμό που θεωρεί τη Συνέλευση της Κρήτης ώς Οικουμενική Σύνοδο η οποία εφαρμόζει τους προβλεπόμενους κανονισμούς των Οικουμενικών Συνόδων, και επιβάλλει στους σμμετέχοντές Της, εάν θελήσουν να την αποκαλέσουν Πανορθόδοξο Σύνοδο, την διατήρηση των προορισμένων κανονισμών Της. Και αυτό δεν πραγματοποιήθηκε για τους προαναφερθέντες λόγους.
Επί δε τούτοις, οι Πατέρες της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Αντιοχείας, παρατηρώντας ότι η Συνέλευση της Κρήτης δεν εκπληρώνει τις προϋποθέσεις ούτε καν για την σύγκληση της Προκαταρκτικής Συνελεύσεως της Μεγάλης Συνόδου, επί τῇ βάσει του Κανονισμού του 1986 των Προκαταρκτικών Συνελεύσεων της Οροδόξου Εκκλησίας, ο Οποίος ισχύει μέχρι στιγμής και προβλέπει ότι η σύγκληση αυτής της Συνελεύσεως απαιτεί την συγκατάθεση όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών για την σύγκληση της Συνελεύσεως (Άρθρ. 2), και ότι η λήψη αποφάσεων κατά την Συνέλευση γίνεται με την ομοφωνία άπαντων των Ορθοδόξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών (Άρθρ. 16), οι οποίες προϋποθέσεις δεν εκπληρώνονται στη Συνέλευση της Κρήτης,
Οι Πατέρες της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Αντιοχείας ομοφώνως απεφάσισαν τα εξής:
• Να θεωρήσουν την Συνάντηση της Κρήτης ώς μία προκαταρκτική Συνέλευση της Πανορθοδόξου Μεγάλης Συνόδου, επομένως, και να θεωρήσουν ότι τα έγγραφά Της δεν είναι τελικά, αλλά ανοιχτά προς συζήτηση και πρός τυχόν τροποποιήσεις όταν συγκληθεί η Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την παρουσία και τη συμμετοχή όλων των Ορθοδόξων Αυτοκέφαλων Εκκλησιών.


• Να αρνηθούν την απόδοση του συνοδικού χαρακτήρα σε οποιανδήποτε ορθόδοξο συνέλευση, στην οποία δεν συμμετέχουν όλες οι Ορδόδοξοι Αυτοκέφαλοι Εκκλησίες. Και να διαβεβαιώσουν ότι η αρχή της ομοφωνίας εξακολουθεί να είναι ο βασικός κανόνας ο οποίος διέπει τις διορθοδόξους σχέσεις. Η Εκκλησία της Αντιοχείας, επομένως, αρνείται την ονομασία της Συνελεύσεως της Κρήτης ώς "Μεγάλης και Πανορθοδόξου Συνόδου ή Μεγάλης και Αγίας Συνόδου". 


• Να τονίσουν ότι όλες οι αποφάσεις, αλλά και όλα όσα εκδόθηκαν εκ της Συνελεύσεως της Κρήτης, δεν δεσμεύουν κατά οποιονδήποτε τρόπο το Πατριαρχείο Αντιοχείας και πάσης Ανατολής.


• Να αναθέσουν στη "Συνοδική Επιτροπή Παρακολούθησης" την ευθύνη να παρακολουθήσει τις συνέπειες και τις επιπτώσεις της Συνελεύσεως της Κρήτης, να λάβει τα απαραίτητα σχετικά μέτρα, και να υποβάλει μία λεπτομερή έκθεση στην Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείο Αντιοχείας στην επόμενη συνοδική συνεδρία Της.


• Να καλέσουν τους πιστούς να συνοδεύσουν τους Πατέρες της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Αντιοχείας με τις προσευχές τους για την διατήρηση και την εκδήλωση της 
Ορθοδόξου Χριστιανικής Μαρτυρίας στο σημερινό κόσμο.

Σημείωση: Το Αραβικό κείμενο είναι το αυθεντικό και πρωτότυπο.

 
               Την Πέμπτη  07/07/2016 και ώρα 20:00 θα αναρτηθεί άρθρο με θέμα 

Δήλωση Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμέσου κ.ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ



Ο Κύριος Ιησούς Χριστός
και η Υπεραγία Μητέρα Του
η επονομαζομένη 
Παναγία Αρβανίτισσα 
να σας ευλογούν.

Γέρων Νεκτάριος Μοναχός